Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

Αφιέρωμα στην Εργατική Πρωτομαγιά

                              

  Χθες ψηφίστηκε στην Ελλάδα και το περιβόητο "πολυνομοσχέδιο", που "κινεζοποιεί" τους μισθούς ακόμα περισσότερο, ώστε να γίνει πιο φτηνό (ανταγωνιστικό) το εργατικό δυναμικό και να προσελκυθούν επενδύσεις (βέβαια η κυβέρνηση υποσχόταν ότι δε θα κάνει κάτι τέτοιο, αλλά εντάξει, αυτά είναι παραμύθια για τους ιθαγενείς.

Στο μέλλον, θα έχουμε κι άλλες τέτοιες κινήσεις, που μάλιστα εννοείται ότι δε θα φέρουν και τόσες επενδύσεις όσες διαφημίζονται, όπως δείχνει το παράδειγμα της Βουλγαρίας, με μισθούς-χώμα, αλλά μεγάλη ανεργία. Ειδικά αν συνεχιστεί και η μετανάστευση του πιο εξιδεικευμένου εργατικού δυναμικού, γιατί να επενδύσει κάποιος στην Ελλάδα, όταν μπορεί να επενδύσει σε Κίνα ή Βουλγαρία;

Τέλος πάντων, δε νομίζω ότι χρειάζεται να πούμε πολλά για το θέμα. Αντί για βρισίδια εκτόνωσης ή συναισθηματισμούς, κτλ, καλύτερα να δούμε κάτι από μια άλλη εποχή, όταν η εργατική τάξη είχε συνείδηση και οργάνωση, έδωσε τις μάχες της και κέρδισε. Κοντεύει άλλωστε και η σχετική "επέτειος".

Αυτό λοιπόν είναι το πρώτο μέρος ενός μίνι έστω αφιερώματος στην Εργατική Πρωτομαγιά. Τα περισσότερα από αυτά βέβαια μπορείτε να τα βρείτε και αλλού, αλλά πάντως αξίζει να τα θυμόμαστε, διότι η Πρωτομαγιά και ο αγώνας για το 8ωρο ήταν μια μεγάλη νίκη, με την εργατική τάξη να διαχωρίζεται από τους αφέντες της, να κατανοεί ότι δεν φταίνε οι μηχανές (που αρχικά τις έσπαγαν) για την ανεργία, και ότι αντίθετα η τεχνολογική πρόοδος μπορεί να χρησιμοποιηθεί από αυτούς για να δουλεύουν λιγότερο.

Η ιστορική μνήμη έχει σήμερα ξεθωριάσει αρκετά, και επίσης το εργατικό κίνημα είναι αδύναμο, και γι' αυτό και η άρχουσα τάξη έχει -μεταξύ άλλων- σχεδόν καταργήσει την Εργατική Πρωτομαγιά (σε μερικές χώρες δεν είναι καν αργία, πόσο μάλλον απεργία).

Πριν δούμε τα ιστορικά στοιχεία-καταγραφή των γεγονότων, ας δούμε μερικές αναλύσεις για την κατάσταση που μας έφερε ως εκεί - νομίζω έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Ξεκινάμε λοιπόν από εκεί στο πρώτο αυτό μέρος του αφιερώματος:

Ειδικά σε στιγμές που γίνονται μεγάλα επιστημονικά "άλματα", η άρχουσα τάξη, που ελέγχει την παραγωγή και έχει την εξουσία, χρησιμοποιεί την πρόδο αυτή προς όφελος της, μεγιστοποιώντας τα δικά της κέρδη. Έτσι, αντί πχ η τρομερή τεχνολογική πρόοδος να οδηγήσει σε μεγάλη ευημερία για όλους, με λίγη μάλιστα εργασία, οδηγεί σε...επιστροφή της μεσαιωνικού τύπου εκμετάλλευσης, με μια χούφτα ολιγάρχες να αρπάζουν ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας.

Χαρακτηριστικό είναι πως όταν πρωτοανακαλύφθηκε ο Ηλεκτρονικός Υπολογιστής, πολλοί αστοί οικονομολόγοι-κοινωνιολόγοι-αναλυτές, κτλ προέβλεπαν ότι..."η μαρξιστική ανάλυση του κόσμου θα τελείωνε" (!!!), διότι έχοντας πλέον ένα τόσο ισχυρό εργαλείο στη διάθεση της, η ανθρωπότητα θα ευημερούσε χωρίς να χρειάζονται πλέον επαναστάσεις, κτλ.

Αυτό βέβαια δεν έγινε - και μάλιστα υπάρχουν πλέον και αρκετοί που αμφισβητούν το κατά πόσο η τεχνολογία είναι κάτι το καλό για εμάς, επικαλούμενοι -κυρίως- την απώλεια θέσεων εργασίας που επιφέρει κατ' αυτούς η τεχνολογική πρόοδος. Αυτή η τεχνοφοβία οφείλεται στο ότι δεν κατανοούν πως η απώλεια θέσεων εργασίας ΔΕΝ οφείλεται στις "μηχανές", ή στην "τεχνολογία", αλλά στο ότι οι μηχανές και η τεχνολογία ελέγχονται όχι από τους εργάτες, αλλά από τους κεφαλαιοκράτες, οι οποίοι δεν έχουν κανένα όφελος από το να μειώσουν τα ωράρια εργασίας, αντίθετα έχουν συμφέρον...να αυξήσουν τα ωράρια, μεγιστοποιώντας έτσι τα ατομικά κέρδη τους.

"Χρειάζεται χρόνος και πείρα για να μάθει ο εργάτης να διακρίνει τις μηχανές από την κεφαλαιοκρατική τους χρησιμοποίηση κι έτσι να στρέψει τις επιθέσεις του όχι ενάντια στα ίδια τα υλικά μέσα παραγωγής, αλλά ενάντια στην κοινωνική μορφή της εκμετάλλευσής τους."
- Κ. Μαρξ, στο "Κεφάλαιο", σχολιάζοντας το "κίνημα των Λουδιτών", που έσπαγαν τις μηχανές μερικές δεκαετίες πιο πριν, θεωρώντας τες υπεύθυνες για την άνοδο της ανεργίας

                          

Ας δούμε την κατάσταση που επικρατούσε στην αρχή της Βιομηχανικής Επανάστασης - όπως άλλωστε ίσχυε και τότε, έτσι και σήμερα, η άνοδος των μηχανών και της τεχνολογίας έχει σχεδόν εκμηδενίζει την αξία πολλών επαγγελμάτων, που πλέον γίνονται πολύ πιο αποδοτικά από μηχανές, με αποτέλεσμα τεράστιες μάζες εργαζομένων να μη μπορούν να βρουν δουλειά

Κοινωνικές ανακατατάξεις


Όπως αναφέρθηκε σε διάφορες περιπτώσεις, οι βελτιώσεις στη γεωργία και η σταδιακή εκμηχάνιση διαφόρων παραγωγικών τομέων, ιδαίτερα μετά την εισαγωγή της ατμομηχανής, ελευθέρωσαν πολλά εργατικά χέρια. Οι αναπασχόλητοι αγρότες, χωρίς καμιά εκπαίδευση και κατά κανόνα αναλφάβητοι, συνέρρευσαν στις πόλεις για να εργαστούν στις φάμπρικες της εποχής. Αυτή η ταυτόχρονη μεταβολή τόπου εργασίας και αντικειμένου απασχόλησης, μαζί με το μεγάλο αριθμό διαθέσιμων εργατικών χεριών, οδήγησαν σε σημαντικές κοινωνικές εκρήξεις και ανακατατάξεις. 
  Μαζί με τους άντρες εργάζονταν γυναίκες και παιδιά, τα οποία προφανώς είχαν μεγαλύτερη ευχέρεια προσαρμογής. Ενώ όμως παλαιότερα στην οικοτεχνία των αγροτικών περιοχών προσάρμοζαν οι γυναίκες ελεύθερα το ρυθμό εργασίας τους, έπρεπε τώρα στον εκμηχανισμένο τρόπο παραγωγής να υποταχτούν σε μια γενικότερη πειθαρχία που επέβαλαν οι μηχανές. Οι οποίες μηχανές, με τη συνεχή βελτίωση της λειτουργίας τους, προκαλούσαν μείωση των απαιτούμενων εργατικών χεριών, δηλαδή αύξηση της ανεργίας. Επιβαρυντικός παράγοντας ήταν φυσικά η ολοήμερη εργασία, συχνά μέχρι 16 ώρες το 24ωρο, κάτω από τελείως ανθυγιεινές συνθήκες!
 
                                Επικήρυξη
                                                      Επικήρυξη Λουδιτών
 
   Αυτός ο φαύλος κύκλος προκάλεσε εκρήξεις και εξεγέρσεις, αρχικά κατά των μηχανών! Στις τελευταίες δεκαετίες του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα παρουσιάστηκε μία «συνωμοσία» κατά των μηχανών που βρήκε κορυφαία έκφραση στο Λουδιτισμό. Οι Λουδίτες κατέστρεφαν τις μηχανές, οι οποίες τους επέβαλαν αυξημένους ρυθμούς παραγωγής και πειθαρχιμένο τρόπο εργασίας, αν δεν τους οδηγούσαν στην ανεργία. Αυτό βέβαια προκάλεσε αντίμετρα της εργοδοσίας και του κράτους με καταπίεση και αστυνομοκρατία. Το έτος 1812 έφτασαν οι βανδαλισμοί κατά των αργαλειών στο αποκορύφωμά τους, οπότε καταστρέφονταν περί τα 200 μηχανήματα κάθε μήνα. Το ίδιο έτος εκτελέστηκαν στο Γιορκ 14 'Αγγλοι εργάτες με την κατηγορία ότι κατέστρεψαν τις νέες μηχανές στο εργοστάσιο που δούλευαν!
 

Ο όρος Λουδίτης λέγεται ότι προέρχεται από το επώνυμο ενός ηγέτη αυτού του κινήματος, του Ned Ludd, είναι όμως αμφίβολο αν υπήρξε ποτέ τέτοιο πρόσωπο και μάλλον πρόκειται για μυθοποίηση! 
Οι εργαζόμενοι κατάλαβαν αργότερα ότι δεν ήταν οι μηχανές το αίτιο για τη δεινή θέση τους, αλλά οι σχέσεις εργασίας, τις οποίες ήταν απαραίτητο να καταπολεμήσουν.
Η συνεχής εγρήγορση για αναζήτηση καλύτερων συνθηκών εργασίας οδήγησε σε δράσεις αλληλεγγύης μεταξύ των εργαζομένων, αρχικά με την αμοιβαία βοήθεια σε περίπτωση ασθένειας, ανεργίας κλπ. Αυτό ήταν το πρώτο βήμα για την ίδρυση στη Βρετανία μετά το 1824 τοπικών εργατικών σωματείων, πράγμα που έγινε δυνατόν μετά την άρση της απαγόρευσης της δημιουργίας εργατικών συνεταιρισμών και ενώσεων το έτος 1799. Παρ' όλα αυτά, συνέχιζε όμως να ισχύει ο νόμος για την απαγόρευση απεργιών! Αν και η βιομηχανική κοινωνία βρισκόταν στις πρώτες δεκαετίες της σε συνεχή αναβρασμό, οι δυνατότητες κοινής δράσης των εργατών ήταν πολύ περιορισμένες, γιατί οι κοινωνικές και μορφωτικές διαφορές ανάμεσά τους ήταν τεράστιες και η συνεννόηση για κοινή έκφραση πολύ δύσκολη. Τα πρώτα σωματεία σε περιφερειακή και εθνική βάση δημιουργήθηκαν το 1829, αλλά η σημασία τους παρέμεινε περιορισμένη, γιατί έλειπε ο απαραίτητος επαγγελματισμός στην οργάνωση και στον τρόπο δραστηριοποίησης.
Η λέξη "λουδίτης" έχει επανέλθει στο διεθνές λεξιλόγιο, εδώ και λίγες δεκαετίες, για να χαρακτηρίσει κάποια νέα φιλοσοφικά, πολιτικά και κοινωνικά κινήματα, τα οποία αρνούνται τη λατρεία της τεχνολογικής προόδου και αντιστέκονται στην παντοκρατορία του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Δεν υπάρχει σοβαρό διεθνές περιοδικό που να μην έχει αφιερώσει ένα τεύχος στο νέο φαινόμενο. Από το Newsweek ("Οι λουδίτες επέστρεψαν") μέχρι το Wired ("Η επιστροφή των λουδιτών"), το New Age ("Σπάστε τον υπολογιστή σας") και το Whole Earth Review ("Οι λουδίτες είχαν δίκιο").

Πάμε τώρα μερικές δεκαετίες πιο μπροστά - εδώ κάτι από ένα παλιότερο άρθρο της "Ημερησίας" που πλέον δεν υπάρχει στο site της (τουλάχιστον εμείς δε το βρήκαμε):
-----

[...] στη Mεγάλη Bρετανία, τη Γερμανία, τη Γαλλία και τις HΠA, προς το τέλος του 19ου αιώνα, υπάρχουν περίπου 30 εκατ. «προλετάριοι» και άλλα 10 στις υπόλοιπες χώρες, που κινούνται στους ρυθμούς της εκβιομηχάνισης. H αύξηση της μισθωτής εργασίας σε ποσοστά είναι, επίσης, εντυπωσιακή: 80% του ενεργού πληθυσμού είναι οι μισθωτοί στη Bρετανία, γύρω στο 50-60% στις HΠA, τη Γερμανία και τη Γαλλία.

Aν και όλη την περίοδο δεν σημειώνονται επαναστάσεις και υπερτοπικές εξεγέρσεις, όπως στο παρελθόν ( «άνοιξη» του 1848, Kομμούνα του 1871), ξεσπάνε απεργιακές κινητοποιήσεις χωρίς προηγούμενο. Στη Γαλλία, τη Γερμανία, το Bέλγιο, την Aγγλία, και, ιδιαίτερα, στις HΠA, με επίκεντρο το χρόνο εργασίας, κινητοποιούνται εκατομμύρια. Oι εργατικές οργανώσεις γνωρίζουν μια πρωτοφανή ανάπτυξη. Eνδεικτικοί αριθμοί στα τέλη της δεκαετίας του 1890: Tα αγγλικά τρέιντγιούνιορς αριθμούν 1,5 εκατ. μέλη, η Aμερικανική Oμοσπονδία Eργασίας πάνω από 600.000...

Tο εργατικό κίνημα κάνει πράξη το κομμουνιστικό σύνθημα «Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε», ενώ δημιουργούνται τα πρώτα σοσιαλιστικά κόμματα. H εξέλιξη αυτή θεωρείται ως ένα από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της εποχής. Aπό την άποψη που ενδιαφέρει εδώ οι εργατικές τάξεις αποκτούν συνείδηση τις δύναμής τους, οργανώνονται. Oι κοινωνίες μεταμορφώνονται. Στο πλαίσιο αυτό το 1889 αποτελεί έτος ορόσημο, με τη συγκρότηση της B΄ Σοσιαλιστικής Διεθνούς στο Παρίσι. Tότε καρποφορούν και οι προσπάθειες που έχουν αρχίσει μερικά χρόνια νωρίτερα για τη διεθνή οργάνωση των εργατών.

Aν και ουσιαστικά η Πρωτομαγιά «φύτρωσε» το 1886 στις HΠA, όμως τυπικά ως διεθνής μέρα των εργατών καθιερώθηκε στο ιδρυτικό συνέδριο της Δεύτερης Διεθνούς. Aυτή ήταν η σημαντικότερη απόφαση που πήραν στο Παρίσι (Iούλιος 1889) οι 400 περίπου εκπρόσωποι των εργατών από 20 χώρες. Στη σχετική απόφαση αναφέρεται:

«... Θα οργανωθεί μια μεγάλη διεθνής εκδήλωση για μια καθορισμένη ημερομηνία, με τέτοιο τρόπο, ώστε οι εργάτες σε όλες τις χώρες και σε όλες τις πόλεις ν’ απευθύνουν ταυτόχρονα μια συγκεκριμένη μέρα, προς τις δημόσιες αρχές, ένα αίτημα για να καθοριστεί η εργάσιμη μέρα σε οκτώ ώρες και να τεθούν σε ισχύ οι άλλες αποφάσεις του Διεθνούς Συνεδρίου του Παρισιού. Eνόψει του ότι μια τέτοια εκδήλωση έχει ήδη αποφασιστεί από την Aμερικανική Oμοσπονδία Eργασίας στο συνέδριό της, το Δεκέμβρη του 1888 στο Σεντ Λούις για την 1η του Mάη 1890, η μέρα αυτή γίνεται δεκτή σαν η μέρα για τη διεθνή εκδήλωση. Oι εργάτες των διαφόρων χωρών θα πρέπει να οργανώσουν την εκδήλωση με τρόπο ανάλογο προς τις συνθήκες της χώρας τους».


Στη διάρκεια της Mεγάλης Ύφεσης στον πυρήνα της σύγκρουσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας βρέθηκε το οκτάωρο. Όπου είχαν ως τότε θεσπιστεί όρια στο χρόνο εργασίας παραβιάζονταν, ενώ όπου ακόμη δεν είχε θεσμοποιηθεί το οκτάωρο αποτελούσε αίτημα αιχμής. Aνήκοντας στην πρώτη κατηγορία οι Aμερικανοί εργάτες έδιναν σκληρές ταξικές μάχες.

H Aμερικανική Oμοσπονδία Eργασίας αποφάσισε ότι η 1η του Mάη 1886 θα ήταν μέρα αγώνα για το οκτάωρο. Tο Σικάγο αναδείχτηκε στο κέντρο του αγώνα. Ήταν τόσο μεγάλη και τόσο επιβλητική η κινητοποίηση, που κράτος και βιομήχανοι θεώρησαν πως έπρεπε να επιβληθούν δυναμικά. Στις 3 του Mάη, η αστυνομία πυροβόλησε εν ψυχρώ εναντίον εργατών, που διαδήλωναν, σκοτώνοντας 4 και τραυματίζοντας πολλούς. Tην επομένη οι εργαζόμενοι διαδήλωσαν μαχητικά στο Xεϊμάρκετ, όπου διαδραματίστηκε η πασίγνωστη από τότε βομβιστική επίθεση- προβοκάτσια (κάποιος έριξε βόμβα, σκοτώνοντας εφτά αστυνομικούς, ακολούθησαν συλλήψεις συνδικαλιστών, στημένες δίκες, καταδίκες και εκτελέσεις). H πρωτομαγιάτικη απεργία του 1886 είχε ως αποτέλεσμα σε πολλούς κλάδους να μειωθούν οι εργάσιμες ώρες, ή να καθιερωθεί η ημιαργία του Σαββάτου και η αργία της Kυριακής κ.λπ.

Έτσι αποφασίστηκε η 1η Mαΐου να καθιερωθεί ως μέρα των εργατών για προβολή και διεκδίκηση των αιτημάτων τους. H αρχή έγινε το 1890. Tότε ακριβώς ο Φ. Eγκελς έγραφε προλογίζοντας το Kομμουνιστικό Mανιφέστο:

«Σήμερα που γράφω αυτές τις γραμμές, το προλεταριάτο της Eυρώπης και της Aμερικής επιθεωρεί τις δυνάμεις του, που για πρώτη φορά κινητοποιούνται σε μια στρατιά, κάτω από μία σημαία και για έναν άμεσο σκοπό: Για το νομοθετικό καθορισμό της κανονικής οκτάωρης εργάσιμης ημέρας... Tο θέαμα της σημερινής μέρας θα δείξει στους καπιταλιστές και στους γαιοκτήμονες όλων των χωρών ότι οι προλετάριοι όλων των χωρών είναι σήμερα πραγματικά ενωμένοι. Aς ήταν ο Mαρξ πλάι μου να το ‘βλεπε αυτό με τα ίδια του τα μάτια!» (O Mαρξ είχε πεθάνει εφτά χρόνια νωρίτερα)



Όπως ο "πανικός του 1873" (σ.σ. εννοεί την πρώτη μεγάλη παγκόσμια καπιταλιστική κρίση που είχε ξεσπάσει τότε) σφράγισε τη γέννηση του συνειδητού εργατικού κινήματος σε εθνική κλίμακα, έτσι σφράγισε και τη γέννηση μιας πρακτικής και ρεαλιστικής αντίληψης για το σοσιαλισμό -αντίληψης που επρόκειτο να αντικαταστήσει τους απόμακρους ουτοπικούς πόθους των πρώτων σοσιαλιστών που περιορίζονταν σε “υψηλές” διανοουμενίστικες συζητήσεις και ρομαντικά δοκίμια. Από κείνη την εποχή οι σοσιαλιστές, αντί να τρέφουν ιδεαλιστικές ελπίδες για το αύριο, άρχισαν να δρουν για το σήμερα, οργανώνοντας διαδηλώσεις πεινασμένων, διαδηλώσεις ανέργων, απεργίες, μαζικές συγκεντρώσεις και πολιτικές καμπάνιες. Αρχικά λειτούργησαν μέσα από το Εργατικό Κόμμα των Η.Π.Α. που είχε ιδρυθεί το 1876 και που έπαιξε σημαντικό ρόλο στις απεργίες των σιδηροδρομικών το 1877, ιδιαίτερα στο Σικάγο και το Σαιν Λούις. Μετά την αποτυχία αυτών των απεργιών το Εργατικό Κόμμα αναδιοργανώθηκε και μετονομάστηκε σε Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα που είχε σαν πρωταρχική του λειτουργία την πολιτική δράση, άσχετο αν διατήρησε φιλικές σχέσεις με τα συνδικάτα. Όταν έγινε αυτή η αλλαγή, η Εθνική Εκτελεστική Επιτροπή του Σ.Ε.Κ. διέταξε να σταματήσουν οι μαζικές συγκεντρώσεις για να παρουσιάσει στα νομοθετικά σώματα προτάσεις σχετικές με την καθιέρωση του οκτάωρου, αποφάσεις για την κατάργηση όλων των απαγορευτικών νομοσχεδίων και για την αγορά από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση σιδηροδρομικών και τηλεγραφικών γραμμών.
[...]
Η πλατφόρμα της Διεθνούς που δημοσιεύτηκε στο “Συναγερμό” -εφημερίδα του Σικάγου με εκδότη τον Πάρσονς- έλεγε, ανάμεσα σ’ άλλα τα εξής:

“Η σημερινή κοινωνική τάξη πραγμάτων βασίζεται στη ληστεία των μη-ιδιοκτητών από μέρους των ιδιοκτητών, οι καπιταλιστές εξαγοράζουν το μόχθο των φτωχών προσφέροντας μισθούς που αρκούν μονάχα για την επιβίωση, απορροφώντας ολόκληρη την υπεραξία… Μ’ αυτό τον τρόπο, ενώ οι φτωχοί στερούνται ολοένα και περισσότερο τις δυνατότητες εξέλιξης, οι πλούσιοι θησαυρίζουν ληστεύοντας ολοένα και περισσότερο… Το σύστημα αυτό είναι άδικο, παράλογο και καταστροφικό. Άρα εκείνοι που υποφέρουν κάτω απ’ αυτό το σύστημα και δεν θέλουν να είναι υπεύθυνοι για τη συνέχισή του πρέπει να πολεμήσουν για την καταστροφή του με όλα τα μέσα και με όλες τους τις δυνάμεις. Οι εργάτες δεν μπορούν να ζητήσουν βοήθεια από καμιά εξωτερική πηγή στον αγώνα τους ενάντια στο τωρινό σύστημα· πρέπει να πετύχουν την απελευθέρωσή τους με τις δικές τους μόνο προσπάθειες. Μέχρι τώρα, καμιά προνομιούχα τάξη δεν παραιτήθηκε από την τυραννία, και οι σημερινοί καπιταλιστές δεν παραιτήθηκαν ποτέ από τα προνόμιά τους κι από την εξουσία τους χωρίς να εφαρμόσουν κατασταλτικά μέτρα… Είναι λοιπόν αυτονόητο ότι ο αγώνας του προλεταριάτου ενάντια στη μπουρζουαζία πρέπει να έχει βίαιο χαρακτήρα, ότι οι διαμάχες που αφορούν τις διάφορες μισθολογικές αυξήσεις δεν μπορούν να οδηγήσουν στον τελικό στόχο… Σ’ αυτές τις συνθήκες, υπάρχει μονάχα μια λύση -η βία… Η αγκιτάτσια για οργάνωση, για οργανώσεις με σκοπό την εξέγερση, στην περίπτωση βέβαια που οι εργάτες θα πετάξουν τις αλυσίδες τους”.

Πρόκειται για πρόγραμμα που διακήρυττε χωρίς προσχήματα την καταστροφή της υπάρχουσας οικονομικής και πολιτικής τάξης πραγμάτων, ένα πρόγραμμα που δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητο.
[...]
Η Ομοσπονδία καλούσε να υποστηριχτεί με μαζικές απεργίες το αίτημα του 8ωρου με τα παρακάτω λόγια:
«Σηκωθείτε, δουλευτάδες της Αμερικής, αφήστε κάτω τα εργαλεία σας την 1η του Μάη 1886, σταματήστε τη δουλειά σας, κλείστε τα εργοστάσια, τις φάμπρικες και τα ορυχεία. Για μια μέρα το χρόνο. Μια μέρα επανάστασης, όχι ανάπαυσης! Μια μέρα που δεν ορίστηκε από τους καυχησιάρηδες εκπροσώπους των θεσμών που κρατούν την εργατιά σε υποτέλεια. Μια μέρα στην οποία οι εργάτες κάνουν τους δικούς τους νόμους κι έχουν τη δύναμη να τους εφαρμόσουν, όλα αυτά χωρίς τη συγκατάθεση, την έγκριση αυτών που καταπιέζουν και κυβερνούν. Μια μέρα κατά την οποία με τεράστια δύναμη, η ενότητα της στρατιάς των δουλευτάδων παρατάσσεται κατά των δυνάμεων, που σήμερα εξουσιάζουν τα πεπρωμένα του λαού όλων των εθνών. Μια μέρα διαμαρτυρίας ενάντια στην καταπίεση και την τυραννία, ενάντια στην αμάθεια και κάθε είδος πολέμου. Μια μέρα κατά την οποία οι εργάτες θα πρέπει να αρχίσουν να απολαμβάνουν “οκτώ ώρες για δουλειά, οκτώ ώρες για ανάπαυση και οκτώ ώρες για ό,τι θα ήθελαν”».

Η απεργία ξεκίνησε στο Σικάγο με φοβερή ορμητικότητα και με τεράστιες ελπίδες επιτυχίας. Γύρω στους 40.000 εργάτες κατέβηκαν σε απεργία την 1η Μαΐου όπως είχε κανονιστεί, και τελικά έφτασαν να απεργούν 65.000 εργάτες μέσα σε τρεις ή τέσσερις μέρες. Αλλά κι αυτός ο αριθμός δεν αντιπροσώπευε ολόκληρο το δυναμικό της πόλης: χωρίς να γίνει απεργία ικανοποιήθηκε το αίτημα για μείωση της εργάσιμης ημέρας περισσότερων από 45.000 εργατών. Επιπλέον, απεργούσαν ήδη χιλιάδες εργάτες στο Λέηκ Σωρ, στο Γουώμπας, στο Σικάγο, στο Μιλγουώκη, στο Σαιν Πωλ και σε διάφορους σταθμούς μεταφορών οι απεργοί διαμαρτύρονταν για την πρόσληψη εργατών που δεν ανήκαν στο συνδικάτο.

Αντιμετωπίζοντας ένα τέτοιο μαζικό κίνημα ο αρχηγός της αστυνομίας Έμπερσολντ κατάλαβε ότι η κατάσταση είναι δύσκολη και ζήτησε να βρίσκεται σ’ επιφυλακή, το Σάββατο, 1η Μαΐου, ολόκληρη η δύναμη της αστυνομίας και των χαφιέδων του Πίνκερτον – δύναμη που ενισχύθηκε από ιδιωτικούς μπασκίνες, μισθωμένους πρώτα από την Εταιρεία Σιδηροδρόμων, καθώς και με ειδικούς χαφιέδες, πολλοί από τους οποίους προέρχονταν από τη Μεγάλη Στρατιά του Πότομακ. Παρόλες όμως τις πολεμικές προετοιμασίες, το Σάββατο κύλησε ειρηνικά. Η πόλη είχε γιορτινή εμφάνιση με τα εκατοντάδες κλειστά εργοστάσια και τους χιλιάδες απεργούς που περιδιάβαιναν τους δρόμους οικογενειακά. Έγιναν πορείες και μαζικές συγκεντρώσεις κι ακούστηκαν λόγοι στα πολωνικά, τα γερμανικά, τα αγγλικά και τη βοημική διάλεκτο (σ.σ. να σημειωθεί ότι στην Αμερική υπήρχαν τότε πάμπολλοι μετανάστες εργάτες, που αρχικά αντιμετωπίζονταν με ρατσισμό, εξ ου και οι πολλές γλώσσες στις ομιλίες. Με την πάροδο όμως του χρόνου, οι εργάτες συνειδητοποίησαν ότι όσο μένουν χωρισμένοι και χτυπούν ο ένας τον άλλο "επειδή οι μετανάστες μας παίρνουν τις δουλειές", ο μόνοι κερδισμένοι είναι...οι εργοδότες. Έτσι, άρχισε να κερδίζει έδαφος μια διαφορετική αντίληψη επί των πραγμάτων, με τους εργάτες να δέχονται στα συνδικάτα τους και τους εργάτες από άλλες χώρες καταγωγή. Αυτό οδήγησε στη γιγάντωση των συνδικάτων και στον πολλαπλασιασμό της δύναμης τους, που προφανώς ήταν καθοριστικός παράγοντας στη νίκη τους για το 8ωρο)

Αντιμέτωποι με μιαν απεργία που παρουσίαζε απρόβλεπτη δύναμη και διάθεση αλληλεγγύης, οι μεγάλοι επιχειρηματίες και βιομήχανοι συνασπίστηκαν για να τη συντρίψουν. Στις 27 Απριλίου ιδρύθηκε ο Σύνδεσμος Βιομηχάνων Υποδηματοποιίας στον οποίο συμμετείχαν 60 βιομήχανοι αυτοπροσώπως και 160 με γραπτή δήλωσή τους. Ο Σύνδεσμος αποσκοπούσε στο συντονισμό της δράσης των εκμεταλλευτών. Τα μεγαλύτερα χυτήρια σιδήρου, χάλυβος, χαλκού και μπρούτζου διακήρυξαν ότι θ’ αντιτάσσονταν στο αίτημα για την καθιέρωση του οκτάωρου [...] Για να σπάσει η απεργία ήταν πια αναγκαία μια καθαρά επιθετική ενέργεια. Τη Δευτέρα τα γκλομπ της αστυνομίας άρχισαν να διαλύουν τις πορείες και τις συγκεντρώσεις. 

Το απόγευμα της ίδιας μέρας έγιναν σοβαρές φασαρίες στο εργοστάσιο Μακ Γκόρμικ Χάρβεστερ. Η αντιδικία ανάμεσα στον εργοστασιάρχη Μακ Γκόρμικ και τους εργάτες χρονολογείται από τα μέσα Φεβρουαρίου όταν η επιχείρηση κήρυξε λοκ-άουτ ενάντια στους 1.400 υπαλλήλους, αντιμετωπίζοντας έτσι το αίτημά τους να σταματήσει η δίωξη ορισμένων συναδέλφων τους που είχαν απεργήσει παλιότερα. Τους επόμενους δυο μήνες οι απεργοσπάστες, οι χαφιέδες του Πίνκερτον και οι μπασκίνες έκαναν λυσσαλέες επιθέσεις εναντίον των απεργών.

Η αστυνομία εξαπέλυσε την επίθεσή της το απόγευμα της Δευτέρας, 3 Μαΐου. 6.000 απεργοί ξυλεργάτες συγκεντρώθηκαν κοντά στο Μαύρο Μονοπάτι, ένα μίλι βόρεια απ’ το εργοστάσιο Μακ Γκόρμικ, με σκοπό τη δημιουργία μιας επιτροπής που θα στελνόταν στους ξυλεμπόρους. Ενώ ο Σπάιζ μιλούσε στη συγκέντρωση, μια ομάδα 200 περίπου ατόμων αποσπάστηκε αυθόρμητα από το πλήθος των απεργών, έκανε πορεία προς το εργοστάσιο και επιτέθηκε στους απεργοσπάστες που εκείνη τη στιγμή έφευγαν για το σπίτι τους.

Μέσα σε 10-15 λεπτά πλάκωσαν οι μπάτσοι – πάνω από 200. Στο μεταξύ ο Σπάιζ και οι συγκεντρωμένοι απεργοί βλέποντας τα περιπολικά κι ακούγοντας πυροβολισμούς ξεκίνησαν για το εργοστάσιο -στο δρόμο συναντήθηκαν με τη δύναμη των γκλομπ και των όπλων- οι αστυνομικοί πυροβολούσαν ανεξέλεγκτα τους απεργούς που έτρεχαν για να ξεφύγουν. Αποτέλεσμα: τέσσερις νεκροί και πάρα πολλοί τραυματίες.

Ο Σπάιζ αγανακτισμένος από τις νέες αγριότητες της αστυνομίας πήγε βιαστικά στο τυπογραφείο της “Εργατικής Εφημερίδας του Σικάγου” και κυκλοφόρησε την ακόλουθη προκήρυξη στα αγγλικά και τα γερμανικά:


ΕΚΔΙΚΗΘΕΙΤΕ! ΕΡΓΑΤΕΣ ΣΤΑ ΟΠΛΑ!!!

Τ’ αφεντικά εξαπέλυσαν τα λαγωνικά τους -την αστυνομία- και δολοφόνησαν έξι από τα αδέρφια μας σήμερα το απόγευμα στη φάμπρικα του Μακ Γκόρμικ. Σκότωσαν τ’ άμοιρα αδέρφια μας γιατί όπως και σεις είχαν το κουράγιο να μην υπακούσουν στην ανώτατη θέληση των αφεντικών σας. Τους σκότωσαν γιατί τόλμησαν ν’ απαιτήσουν τη μείωση των ωρών σκλαβιάς. Τους σκότωσαν για να αποδείξουν σε σας τους “Ελεύθερους Αμερικανούς Πολίτες” ότι πρέπει να είσαστε ικανοποιημένοι με οτιδήποτε αποφασίσουν να σας επιτρέψουν αλλιώς θα πεθάνετε!

Εδώ και χρόνια υφίστασθε τις πιο χυδαίες ταπεινώσεις, εδώ και χρόνια υποφέρετε αμέτρητα πλήγματα, αμέτρητες αδικίες, εργαζόσαστε μέχρι αναισθησίας, υποφέρετε από τους πόνους της ένδειας και της πείνας· τα παιδιά σας τα θυσιάσατε στον αφέντη της φάμπρικας – με λίγα λόγια όλα αυτά τα χρόνια ήσασταν δυστυχισμένοι και υπάκουοι σκλάβοι. Γιατί; Για να ικανοποιήσετε την αδηφάγα φάρα, για να γεμίσετε τα χρηματοκιβώτια του κοπρίτη, κλέφτη αφέντη σας; Όταν τώρα του ζητάτε να σας ελαφρώσει το φορτίο σας, στέλνει τα λαγωνικά του για να σας πυροβολήσουν, να σας σκοτώσουν!
 Αν είσαστε άντρες, αν είσαστε τέκνα των πατεράδων σας που έχυσαν το αίμα τους για να σας ελευθερώσουν, τότε θα σηκώσετε τ’ ανάστημά σας, θα δείξετε τη δύναμή σας και θα καταστρέψετε εσείς το απαίσιο τέρας που θέλει να σας καταστρέψει. Στα όπλα, σας καλούμε στα όπλα!

Τ’ ΑΔΕΡΦΙΑ ΣΑΣ
Το πρωί της Τρίτης, 4 Μαΐου, ξημέρωσε με την αστυνομία να επιτίθεται ενάντια σε 3.000 απεργούς κοντά στην 35η οδό. Οι επιθέσεις κατά των συγκεντρωμένων απεργών συνεχίστηκαν και το απόγευμα, ειδικά στη νοτιοδυτική πλευρά της πόλης. Ο δήμαρχος Χάρρισον έδωσε άδεια για μαζική συγκέντρωση εκείνη τη βραδιά και στις 7 η ώρα ο κόσμος άρχισε να συγκεντρώνεται στην Πλατεία Αγοράς, το κέντρο των ξυλεμπορικών. [...] Η συγκέντρωση ήταν πολύ ήσυχη. Ο Σπάιζ μίλησε στους απεργούς από ένα αμάξι μπροστά στο εργοστάσιο των αδερφών Κραίην. Ύστερα μίλησε ο Πάρσονς που περιορίστηκε στο θέμα του οκταώρου. Ύστερα μίλησε ο Φήλντεν. Γύρω στις 10 μια δυνατή καταιγίδα άρχισε να διαλύει τη συγκέντρωση, ενώ εκείνη την ώρα ο Σπάιζ και ο Πάρσονς είχαν φύγει. Ο μόνος που είχε μείνει ήταν ο Φήλντεν που μιλούσε στον κόσμο που ήταν ακόμα εκεί. Ο δήμαρχος Χάρρισον που είχε κρίνει ότι η συγκέντρωση ήταν ειρηνική και ότι όλα είχαν τελειώσει, έφυγε λίγο μετά τις 10, κάλεσε το αστυνομικό τμήμα για να δώσει αναφορά και μετά πήγε να κοιμηθεί στο σπιτάκι του.
Ύστερα από λίγα λεπτά, ο διευθυντής της αστυνομίας, Τζων Μπόνφηλντ, μισητός σ’ όλη την πόλη για την κτηνωδία του, μπήκε επικεφαλής ενός αποσπάσματος 180 μπάτσων για να διαλύσει όσους είχαν απομείνει από τη συγκέντρωση. Η ενέργεια αυτή δεν είχε κανένα νόημα πέρα από το ότι ο Μπόνφηλντ ήθελε να προκαλέσει άλλο ένα μακελειό. Σύμφωνα με τον κυβερνήτη της Πολιτείας, Ώλντγκενλντ, “ο επιθεωρητής Μπόνφηλντ είναι ο πραγματικός υπεύθυνος για το θάνατο των αστυνομικών”. Οι μπάτσοι κρατήθηκαν σε κάποια απόσταση από το αμάξι των ομιλητών και ένας λοχαγός Γουώρντ διέταξε τους συγκεντρωμένους να διαλυθούν. Ο Φήλντεν απάντησε ότι η συγκέντρωση ήταν ειρηνική. Καθώς ο Γουώρντ στράφηκε για να δώσει διαταγή στους άντρες του μια βόμβα έπεσε από ένα σημείο στο πεζοδρόμιο λίγο πιο αριστερά από το αμάξι. Η έκρηξη έγινε εκεί που στέκονταν οι μπάτσοι και τραυμάτισε 66. Απ’ αυτούς οι επτά πέθαναν αργότερα. Η αστυνομία άρχισε αμέσως να πυροβολεί υστερικά το πλήθος, σκοτώνοντας αρκετούς και τραυματίζοντας 200. Πανικός ξέσπασε στη γειτονιά. Έγιναν τηλεφωνήματα σε γιατρούς. Τα φαρμακεία γέμισαν τραυματίες.

Μέχρι και σήμερα ακόμα δεν έχει εξακριβωθεί ποιος έριξε τη βόμβα. Υπάρχουν τρεις πιθανότητες:

1) ο κυβερνήτης Ώλντγκελντ υποστήριζε στο απαλλακτικό διάγγελμά του το 1893 ότι ρίχτηκε από κάποιον σαν αντίποινα για όλες τις βιαιότητες του Μπόνφηλντ και της αστυνομίας [...]

2) Η πιθανότητα ενός προβοκάτορα δεν πρέπει να απορριφθεί εντελώς. Η αστυνομία του Σικάγου εκείνη την εποχή ήταν ικανή για κάτι τέτοιο [...]

3) Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να ήταν ένοχος ο αναρχικός Ρ. Στσνάουμπελτ, γαμπρός του Μ. Στσουώμπ. Το γεγονός ότι συνελήφθηκε δύο φορές και αφέθηκε ελεύθερος σε περίοδο που η αστυνομία συνελάμβανε και φυλάκιζε όλους τους αναρχικούς και συμπαθούντες που μπορούσε να αρπάξει, δημιουργεί την υποψία ή μάλλον τη βεβαιότητα ότι η αστυνομία ήθελε να τον ξεμπερδέψει για να μπορέσει να καταδικάσει τους οκτώ σημαντικότερους επαναστάτες ηγέτες.

Ο δικαστής Γκάρυ που αναθεώρησε την υπόθεση επτά χρόνια μετά την πρώτη δίκη παραδέχτηκε πως ήταν πολύ πιθανή η ενοχή του Στσνάουμπελτ και πως η απαλλαγή του μπορεί να έγινε όταν ακριβώς ήταν ο σημαντικότερος ύποπτος. Ο Γκάρυ συμπέρανε, παρόλα αυτά, ότι “ή ο Στσνάουμπελτ ή κάποιος άλλος πέταξε τη βόμβα, πράγμα που δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία”.

Οι εφημερίδες, όχι μόνο στο Σικάγο, αλλά και παντού, άρχισαν να σπέρνουν τον πανικό. Απαίτησαν την εκτέλεση όλων των ανατρεπτικών στοιχείων. Μέσα σε λίγες μέρες η αστυνομία συνέλαβε τους κυριότερους αναρχικούς επαναστάτες της πόλης – τους Σπάιζ, Φήλντεν, Στσουώμπ, Άντολφ Φίσερ, Τζωρτζ Ένγκελ, Λούις Λινγκ, Όσκαρ Νημπ και άλλους, ακόμα και τους 25 τυπογράφους της “Εργατικής Εφημερίδας”. Ο μόνος που διέφυγε ήταν ο Πάρσονς που η αστυνομία δεν μπορούσε να τον συλλάβει παρά το φοβερό κυνηγητό. Όταν ανακοινώθηκε ο θάνατος του μπάτσου Μ. Τζ. Ντήγκαν οι εφημερίδες απαίτησαν κραυγαλέα βιαστικές δίκες στο κακουργιοδικείο.

Για αρκετές βδομάδες αναζωπύρωναν το αίσθημα τρομοκρατίας που επικρατούσε στο κοινό. Οι τίτλοι τους ήταν χαρακτηριστικοί: Αιμοδιψή κτήνη, Ερυθροί ρουφιάνοι, Ερυθροί ταραξίες, Κατασκευαστές βομβών, Ερυθροί αγκιτάτορες, Αναρχικοί δυναμιτιστές, Αιμοδιψή τέρατα, Εκσφενδονιστές βομβών, Βομβολάτρες. Η εφημερίδα Chicago Tribune έγραφε στις 6 Μαΐου: “Τα φίδια αυτά θράφηκαν και αναζωογονήθηκαν με τη λιακάδα της ανοχής και πήραν θάρρος να επιτεθούν ενάντια στην κοινωνία, το νόμο, την τάξη και την κυβέρνηση”. Και η Chicago Herald της ίδιας ημέρας: “Ο όχλος που παρακινήθηκε από τον Σπάιζ και τον Φήλντεν σε δολοφονίες δεν αποτελείται από αμερικανούς. Είναι καθάρματα από την Ευρώπη που ζήτησαν καταφύγιο σ’ αυτές τις ακτές για να καταχραστούν τη φιλοξενία μας και να περιφρονήσουν τις αρχές της χώρας”. Η Chicago Interocean: “Για μήνες, για χρόνια, αυτά τα μικροπρεπή υποκείμενα διαλαλούσαν τα στασιαστικά κι επικίνδυνα δόγματά τους”. Η Chicago Journal της 7ης Μαΐου: “Η Δικαιοσύνη θα πρέπει να είναι πολύ αυστηρή όταν θα περιλάβει τους κρατούμενους αναρχικούς. Οι νόμοι που αφορούν τη συνενοχή σ’ εγκλήματα είναι τόσο σαφείς ώστε οι δίκες τους δεν θα πρέπει να κρατήσουν πολύ”.[...]
δύο γεγονότα απέδειξαν ότι η δίκη δεν ήταν ούτε κατά προσέγγιση δίκαιη. Πρώτον, ο δικαστής Γκάρυ ανάγκασε και τους οκτώ κατηγορούμενους να δικαστούν μαζί, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο παραδοχής όλων των ειδών αποδεικτικών στοιχείων. Δεύτερον, χάρη σ’ ένα απίθανο τέχνασμα οι ένορκοι δεν διαλέχτηκαν με το συνηθισμένο τρόπο της τυχαίας κλήρωσης, αλλά αντίθετα από ένα κλητήρα διορισμένο από τον πολιτειακό εισαγγελέα. Ένας επιχειρηματίας του Σικάγου, ο Ο. Σ. Φαίηβορ, στην ένορκη κατάθεσή του δήλωσε ότι ο κλητήρας του είχε πει μπροστά σε μάρτυρες: “Εγώ χειρίζομαι αυτή την υπόθεση και ξέρω τι πρέπει να κάνω. Τα άτομα αυτά θα κρεμαστούν σίγουρα. Διαλέγω αυτούς ακριβώς τους ενόρκους γιατί οι κατηγορούμενοι θα τους απορρίψουν ασυζητητί και τελικά θα χάσουν τον καιρό τους και τις ενστάσεις τους. Θ’ αναγκαστούν να τους δεχτούν απλώς γιατί τους θέλει ο δημόσιος κατήγορος”. Ο δικαστής με πολύ έξυπνες ερωτήσεις κατάφερε να θεωρηθούν κατάλληλοι ένορκοι πολλοί που είχαν παραδεχτεί ανοιχτά τις προκαταλήψεις τους απέναντι στους κατηγορούμενους και οι οποίοι απορρίπτονταν εντελώς από την υπεράσπιση. Χρειάστηκαν 21 μέρες για να διαλεχτούν οι ένορκοι και εξετάστηκαν 981 υποψήφιοι. Τελικά η υπεράσπιση εξάντλησε το δικαίωμα ένστασης και έτσι διαλέχτηκαν οι 12 ένορκοι που ανάμεσά τους ήταν κι ένας συγγενής θύματος από τη βόμβα.

Η συνοπτική διαδικασία μπροστά στους ενόρκους άρχισε στις 14 Αυγούστου. Έληξε με την αγόρευση του πολιτειακού εισαγγελέα Γκρίνελ: “Δικάζεται ο Νόμος. Δικάζεται η Αναρχία. Οι άνθρωποι αυτοί διαλέχτηκαν από τους ενόρκους και θεωρήθηκαν ένοχοι γιατί ήταν ηγέτες. Δεν είναι περισσότερο ένοχοι απ’ ότι οι χιλιάδες που τους ακολουθούν. Κύριοι ένορκοι, καταδικάστε τους, κάντε τους παράδειγμα προς αποφυγήν, κρεμάστε τους και θα σώσετε τους θεσμούς μας, την κοινωνία μας”. Όπως είχε προβλεφθεί οι ένορκοι ανακοίνωσαν την απόφασή τους στις 20 Αυγούστου: τους χαρακτήρισαν όλους ένοχους και επέβαλαν την ποινή του απαγχονισμού στους επτά κατηγορούμενους, ενώ στον Όσκαρ Νημπ επέβαλαν φυλάκιση 15 χρόνων [...]

Ο Τζωρτζ Ένγκελ είπε: “Μισώ και πολεμάω όχι τον καπιταλιστή σαν άτομο, αλλά το σύστημα που του δίνει τα προνόμιά του. Η μεγαλύτερή μου επιθυμία θα ήταν να μπορέσουν να αναγνωρίσουν οι εργάτες ποιοι είναι οι φίλοι τους και ποιοι οι εχθροί τους”.

Και με το θάρρος που είχε δείξει κατά τη διάρκεια της δίκης, ο Λινγκ που ήταν τότε μόνο 21 χρονών, είπε:

“Επαναλαμβάνω ότι είμαι εχθρός της τάξης που επικρατεί σήμερα και επαναλαμβάνω ότι θα την πολεμήσω με όλες μου τις δυνάμεις, όσο μπορώ ακόμα να ανασαίνω… Σας απεχθάνομαι! Απεχθάνομαι την τάξη σας, τους νόμους σας, την εξουσία σας που στηρίζεται στη βία. Κρεμάστε με γι’ αυτό!”

Απόσπασμα από την ιστορική απολογία του August Spies:
"Κύριοι δικαστές,
Αν σκέπτεστε σοβαρά ότι με τις κρεμάλες μπορείτε να σταματήσετε το κίνημα, που εξωθεί εκατομμύρια γονατισμένων από την καταπίεση εργατών προς την εξέγερση, είσθε, μα την αλήθεια, «πτωχοί τω πνεύματι». Σε παρόμοια περίπτωση θα μας κρεμάσετε με το δίκιο σας. Έπειτα, αυτό είναι το καλύτερο που έχετε να κάμετε. Κρεμάστε μας! Αλλά, η κατάληξη, ποια θα είναι; Εάν δεν την βλέπετε, εγώ σας την αναγγέλλω. Γύρω σας, κάτω σας, δίπλα σας, πάνω σας, από όλες τις μεριές σας, θεριεύει μια φωτιά. Το έδαφος σαλεύει κάτω από τα πόδια σας. Βαδίζετε, κυριολεκτικά, επάνω σε μια υπόγεια φωτιά. Θέλετε να την αγνοείτε; Δεν θα την αποφύγετε. Θέλετε να απαλλαγείτε, άπαξ δια παντός, από όλους τους «συνωμότες»; Απαλλαγείτε πρώτα από τα αφεντικά της βιομηχανίας, οι οποίοι δημιούργησαν την ανήθικη περιουσία τους από το κλεμμένο αντίτιμο της εργασίας που δεν πληρώθηκε.

Καταργήστε τον εαυτό σας Κύριοι Προνομιούχοι. Γιατί; Διότι σεις, με την συμπεριφορά σας, είσθε οι πρώτοι υποκινητές της επανάστασης. Καταργήσατε την αρπαγή και την λεηλασία, Κύριοί μου. Αλλά, αυτή είναι η απασχόληση σας. Είναι η ανήθικη αποστολή μιας εκατοντάδας ανθρώπων, οι οποίοι προτιμούν ν’ απολαμβάνουν το παν, χωρίς να κάμνουν τίποτε. Κοιτάξετε τι έχει γίνει. Οι εργάτες έχουν πετσοκοφτεί και σεις, ω Χριστιανοί μου και καλοί μου και ευγενικοί αστοί, σεις είσθε οι κοινωνικοί γύπες, που τρέφεστε από τα πτώματα. Θέλετε να κάνουμε ένα περίπατο στα στενά δρομάκια της πολιτείας αυτής, εκεί όπου φθίνουν οι αληθινοί δημιουργοί του πλούτου; Πάμε μαζί στα ανθρακωρυχεία του Χόκιγκ-Βάλευ; Δεν θα βρούμε ανθρώπους, θα βρούμε κινούμενα πτώματα. Η γενική κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής καθίσταται αναπόφευκτη αναγκαιότητα. Αρχίζει η εποχή του σοσιαλισμού και της παγκοσμίου συνεργασίας. Ιδιωτική βιομηχανία, σημαίνει αναρχούμενη βιομηχανία. Μετρημένα άτομα χρησιμοποιούν προς όφελός τους τις εφευρέσεις. Ο κόσμος είναι για τους λίγους. Δεξιά και αριστερά πέφτουν οι όμοιοί τους, θύματα του πλούτου και της καλοζωίας τους. Λίγο τους ενδιαφέρει. Με τις μηχανές τους μετατρέπουν το ανθρώπινο αίμα σε βώλους χρυσαφιού. Την ίδια την υγεία των ανήλικων. Με την πολλή εργασία, δολοφονούν τα γυναικόπαιδα. Με την ανεργία σκοτώνουν. Και αυτοί οι άνθρωποι σου λέγονται Χριστιανοί! Γνήσιοι Χριστιανοί! Εμείς παραβήκαμε τους νόμους σας, για να δείξουμε στον λαό σε τι αποβλέπουν όλοι σας οι θεσμοί: στο να εγκαθιδρύσουν, στην χώρα αυτή, μία ολιγαρχία, όμοια της οποίας σε κτηνωδία, δεν υπάρχει πουθενά στην γη! Αν πιστεύετε ότι με το να μας κρεμάσετε θα εξουδετερώσετε το κίνημα των εργαζομένων, το κίνημα από το οποίο εκατομμύρια ανθρώπινα πλάσματα που σέρνονται στην φτώχεια και στην μιζέρια, περιμένουν την λύτρωσή τους – αν αυτή είναι η γνώμη σας – τότε κρεμάστε μας! Εδώ θα ποδοπατήσετε μία μικρή σπίθα εκεί όμως και πιο πέρα και απέναντι και γύρω μας παντού θα ξεπεταχτούν οι φλόγες. Η φωτιά είναι υπόγεια και δεν θα μπορέσετε να την σβήσετε.
[...]
“Οι θηλιές στήθηκαν γρήγορα, οι κουκούλες κατέβηκαν. Τότε κάτω από τα καλύμματα ακούστηκαν τα εξής:

ΣΠΑΪΖ: Θάρθει μια εποχή που η σιωπή του τάφου μας θα είναι πιο ισχυρή από τις φωνές που στραγγαλίζετε σήμερα.

ΕΝΓΚΕΛ και ΦΙΣΕΡ: Ζήτω η Αναρχία! Αυτή είναι η ευτυχέστερη στιγμή της ζωής μου!

ΠΑΡΣΟΝΣ: Ω, άνθρωποι της Αμερικής, θα μου δώσετε την άδεια να μιλήσω; Αφήστε με να μιλήσω Σερίφη Μαίητσον. Αφήστε να ακουστεί η φωνή του λαού, Ω!”.

Ύστερα από χρόνια, μετά από αναθεώρηση της δίκης, οι Φήλντεν, Στσουώμπ και Νημπ απαλλάχτηκαν της κατηγορίας και απελευθερώθηκαν.

 
                                
                          Η εφημερίδα «ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΗΣ» για την Πρωτομαγιά του 1893

Η πρώτη Πρωτομαγιά στην Ελλάδα γιορτάστηκε το 1893, με πρωτοβουλία του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου του Σταύρου Καλλέργη, που ιδρύθηκε από τον τελευταίο στις 20 Ιούλη του 1890, ενώ από τις 3 Ιούνη του ιδίου έτους ο Καλλέργης εξέδωσε την εφημερίδα «Σοσιαλιστής». Ο Κεντρικός Σοσιαλιστικός Σύλλογος ήταν βεβαίως μια οργάνωση ουτοπικού σοσιαλιστικού προσανατολισμού, πράγμα καθόλου παράξενο για εκείνη την εποχή, αφού και το ελληνικό εργατικό κίνημα ήταν σε νηπιακή μορφή και η διάδοση του μαρξισμού απελπιστικά περιορισμένη. 
 
Η απόφαση για το γιορτασμό της Πρωτομαγιάς του 1893 πάρθηκε στη συνεδρίαση του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου στις 21 Φλεβάρη του ιδίου έτους. «Απεφασίσθη - αναφέρεται στο πρακτικό της συνεδρίασης - όπως εκλεγή επιτροπή και επιδοθή αποκλειστικώς διά της εορτής της 1ης Μαΐου, γενομένης δε μυστικής ψηφοφορίας εξελέγησαν ως εξής: Καλλέργης, Νάγος, Συνοδινός και Χριστόπουλος». Λίγες ημέρες αργότερα, στις 3 Μάρτη 1893, σε συνεδρίαση της Επιτροπής, ο Καλλέργης πρότεινε να εκδοθεί για την οικονομική ενίσχυση του γιορτασμού της Πρωτομαγιάς ένα βιβλίο «το οποίον θα περιέχει την Σοσιαλιστικήν πολιτικήν … και θα τιμηθεί 25 λεπτά έκαστον». Πρόκειται για την γνωστότερη ίσως μπροσούρα του Σταύρου Καλλέργη που φέρει τον τίτλο «Εγκόλπιον Εργάτου».

                                  protomagia7.jpg
...
Ετσι, από τα μέσα Απρίλη ο «Σοσιαλιστής» ενημέρωσε για την εκδήλωση, δημοσιεύοντας ταυτόχρονα και το διεκδικητικό της πλαίσιο. Εγραφε, για παράδειγμα, στο φύλλο αρ. 23: «Δύο Μαΐου, ημέρα Κυριακή 5 μ.μ. εις το Αρχαίον Στάδιον όπισθεν του Ζαππείου, εις την γέφυραν όπου είνε απέναντι εις τα αγγλικά μνημεία με Κυπαρίσσια. Ολοι οι σοσιαλισταί και οι υπό μισθόν πάσχοντες θα συναθροισθώσι να υπογράψωσι ψήφισμα προς τη Βουλή, διά του οποίου θα ζητώσι πρώτον τας Κυριακάς όλα τα καταστήματα γενικώς να ήναι κλειστά προς ανάπαυσιν των πολιτών. β΄ τον περιορισμόν των εργάσιμων ωρών εις 8 καθ’ εκάστην κατ’ ανώτατον όριον και ολιγώτερον διά τας κοπιώδεις και ανθυγιεινάς εργασίας και διά τους παίδας και τας γυναίκας. γ΄ απονομήν συντάξεως εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανικάνους προς διατήρησιν εαυτών και της οικογενείας των και εις τας οικογενείας των εν τη εργασία φονευομένων».
 
                                              
 
Μετά τον επιτυχή γιορτασμό της Πρωτομαγιάς του 1893 και τα όσα επακολούθησαν με την επίδοση του ψηφίσματος, τη σύλληψη και την καταδίκη του Καλλέργη, κυριάρχησε ενωτικό πνεύμα στις τάξεις των σοσιαλιστικών ομάδων της εποχής. Είτε από πολιτικό υπολογισμό, είτε γιατί ήταν πλέον φανερό πως ο αντίπαλος ήταν κοινός, οι ομάδες αυτές κινήθηκαν στην κατεύθυνση ενός ενωτικού γιορτασμού της παγκόσμιας μέρας της εργατικής τάξης, κάτι που - παρά τις διαφορές τους - κατάφεραν να φέρουν σε πέρας στις πρωτομαγιάτικες εκδηλώσεις του 1894. «Η κίνηση που έγινε από τους σοσιαλιστικούς ομίλους για το γιορτασμό της Πρωτομαγιάς - γράφει ο Γιάννης Κορδάτος - έβαλε την αστυνομία και την εισαγγελία σε τρεχάματα». Οντως έτσι είχαν τα πράγματα κι αυτό φάνηκε ιδιαίτερα τη μέρα του γιορτασμού, όπου οι αστυνομικές δυνάμεις βρέθηκαν σε κινητοποίηση....
Στη συγκέντρωση μίλησε ο Πλάτωνας Δρακούλης πάνω στο ιστορικό της Εργατικής Πρωτομαγιάς. Στη συνέχεια το λόγο πήρε ο Στ. Καλλέργης, του οποίου η ομιλία ήταν σε πολεμικό τόνο και γεμάτη «μίσος κατά της πλουτοκρατίας» και, τέλος, το λόγο έλαβαν ο φοιτητής νομικής Ευάγγελος Μαρκαντωνάτος και ο Δ. Γραμματικός.
                                                http://engine.feed.gr/?catid=12128&imgid=3211137&srcid=420&type=11104

Μετά το 1894 - και για αρκετό χρονικό διάστημα - δε φαίνεται να υπήρξαν γιορτασμοί της Εργατικής Πρωτομαγιάς με συγκεντρώσεις. Τα πολιτικά γεγονότα και ιδιαίτερα το γεγονός ότι η χώρα παράδερνε στη δίνη μιας οξύτατης κοινωνικοπολιτικής κρίσης (ο ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897 και η κρίση του αστικοτσιφλικάδικου καθεστώτος, η ανάγκη του αστικού εκσυγχρονισμού και ο αστικός εθνικισμός με το Μακεδονικό, το κίνημα στο Γουδί και όσα επακολούθησαν), σε συνδυασμό με την καθυστέρηση του εργατικού κινήματος, που και στα πιο πρωτοπόρα τμήματά του έμενε πολύ πίσω από το ευρωπαϊκό εργατικό κίνημα, μακριά από τον επιστημονικό σοσιαλισμό και χωρίς να είναι σε θέση να ξεφύγει από το πλαίσιο του ουτοπικού σοσιαλισμού, εξηγούν το φαινόμενο.
Η πρώτη οργανωμένη και μαζική εργατική Πρωτομαγιά γιορτάστηκε το 1919. Μάλιστα, όχι την 1η Μαϊου, αλλά στις 18 Απριλίου, σύμφωνα με το νέο ημερολόγιο κι όχι το παλιό, που ίσχυε ακόμη στη χώρα. Η καινοτομία προκάλεσε κακεντρεχή σχόλια...

Ο εορτασμός του 1919 οργανώθηκε από τη Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος και το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος, που είχαν ιδρυθεί τον προηγούμενο χρόνο (Οκτώβριος - Νοέμβριος 1918).

Την περίοδο που ετοιμάζεται ο εορτασμός στην Ελλάδα ισχύει ακόμη ο στρατιωτικός νόμος, η κυβέρνηση Βενιζέλου συμμετέχει με στρατεύματα στη διεθνή επέμβαση για κατάπνιξη της σοσιαλιστικής επανάστασης στη Ρωσία, ενώ διεξάγονται συνομιλίες για τη συνθήκη τερματισμού του Α Παγκοσμίου Πολέμου στο Παρίσι. Η Ελλάδα ετοιμάζεται για τη μικρασιατική εκστρατεία και εκείνες τις μέρες παίρνει το «πράσινο φως» για την απόβαση στη Σμύρνη (Μάιος 1919).

Οι διαφορετικές απόψεις για τα μεγάλα θέματα της χώρας διαπερνούν και τη νεοσύστατη ΓΣΕΕ. Η διοίκηση, που αναδείχτηκε στο καταστατικό της συνέδριο (250 αντιπρόσωποι που εκπροσωπούσαν 65.000 εργάτες), ελέγχεται από τη βενιζελική παράταξη. Μειοψηφούν οι σοσιαλιστές, που ανήκουν στο ΣΕΚΕ.

Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Ε. Μαχαίρας (φανατικός βενιζελικός) επιδιώκει να μην εορταστεί η Πρωτομαγιά «ένεκα των εξαιρετικών εθνικών περιστάσεων».

Αντίθετη γνώμη έχει η μειοψηφία (5 από τους 11 της διοίκησης), η οποία με βάση την απόφαση του Α Πανεργατικού Συνεδρίου προχωρά στην εξαγγελία και την προετοιμασία του εορτασμού.

Δεν έχει μόνο τη νομιμότητα με το μέρος της, αλλά και τον επαναστατικό άνεμο που φυσάει εκείνη την εποχή στην Ευρώπη. Επειτα από χρόνια κυριαρχίας του εθνικισμού και παύσης των διεκδικητικών και ταξικών αγώνων, λόγω του πολέμου, η 1η Μάη επιστρέφει στις ρίζες του 1889-1890, όταν ορίστηκε ως διεθνής μέρα της εργατιάς.

Παρά τις απαγορεύσεις και την παρουσία στρατού έξω από το εργοστάσιο Ηλεκτρισμού, τα σωματεία και τα γραφεία του ΣΕΚΕ ο εορτασμός θα σημειώσει πρωτοφανή επιτυχία. Θα γίνει με υποδειγματική τάξη, χάρη στα μέτρα που πήραν τα σωματεία και η «εργατική αστυνομία».

Ομιλητές ήταν ο Αχ. Χατζημιχάλης και ο Γ. Παπανικολάου εκ μέρους της ΓΣΣΕ, ο Στ. Κόκκινος από το ΣΕΚΕ. Στιγμάτισαν «την αθλιότητα των συνθηκών υπό τας οποίας ζουν οι εργάται, υφαίνοντες τα μεταξωτά των πλουσίων για να γυρίζουν αυτοί γυμνοί, κτίζοντες τα μέγαρα εκείνων για να κατοικούν αυτοί στας τρώγλας». Εκείνος, όμως, που θα ξεσηκώσει τους συγκεντρωμένους, με την ομιλία του, είναι ο Α. Μπεναρόγια. Ο Θεσσαλονικιός εργατικός ηγέτης ήταν από τους ιδρυτές του οργανωμένου σοσιαλιστικού κινήματος και πολύ γνωστός για τους αγώνες του. Σε φίλους και ταξικούς εχθρούς...

«Είμεθα άπειροι, αλλά...»

"Αι πιέσεις, τα εμπόδια δεν μας απελπίζουν. Είμεθα ακόμη άπειροι, είμεθα αρχάριοι. Η Πρωτομαγιά όλων των εργατών του κόσμου είναι αρχή της αναγεννήσεως. Αναγεννόμεθα, οργανούμεθα. Μια νέα ζωή ήδη αρχίζει για μας, μια νέα ελπίδα μας ενθαρρύνει... Στην τιμία Ελλάδα απομένει να βάλη και εδώ τα θεμέλια του νέου κόσμου, που οικοδομείται..."

                                 https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEg87APTU03gFBj9joCSJABz24Of8ItOPAJd0Fqvh_2olapzvdkyupiGrP1FEVTty4T4OPmvP33H-54g4WDtzNldGuT89h38nda0DRPt3mfaaF78N_D_8x627Vuq4uIV70ZUqvmWMvkzOriO/s400/protomag003.jpg
     Πρωτομαγιά στην Ελλάδα σε περίοδο καπιταλιστικής κρίσης (1936 - Δικτατορία Μεταξά)

Ήταν 1η Μαΐου του 1936 όταν οι καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης αποφασίζουν να κατέβουν σε απεργία για τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους.

Μέσα σε λίγες μέρες το απεργιακό κύμα είχε εξαπλωθεί σε Ξάνθη, Αγρίνιο, Κομοτηνή, Σέρρες και Ελευσίνα και η απεργία είναι πλέον πανεργατική.

Ο Ι. Μεταξάς σε επίσκεψή του στη Θεσσαλονίκη είναι απόλυτος: οι Αρχές πρέπει να χτυπήσουν τους διαδηλωτές στο ψαχνό.

Η απεργία συνεχίζεται και στις 9 του Μάη στη διασταύρωση Εγνατίας και Βενιζέλου από τις σφαίρες των οργάνων της τάξης πέφτει νεκρός ο οδηγός Τάσος Τούσης.

Οι διαδηλωτές εξοργισμένοι τοποθετούν το νεκρό πάνω σε μια πόρτα και τον περιφέρουν στους δρόμους της πόλης σε μια ιδιότυπη «λιτανεία» καταγγελίας, διαμαρτυρίας και αντίστασης. Οι νεκροί θα φτάσουν τους 12 και οι τραυματίες τους 300.

Στο σημείο της συμπλοκής θα στηθεί αργότερα το Μνημείο του Καπνεργάτη. Η μάνα του νεκρού Τάσου Τούση, που πληροφορήθηκε τα γεγονότα, τρέχει, πέφτει πάνω στο νεκρό παιδί της και μοιρολογεί. Αυτή η Εικόνα ενέπνευσε αργότερα τον Γιάννη Ρίτσο να γράψει τον Επιτάφιο...

πηγή : http://ciaoant1.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου