Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Καλαμάτα, Πύργος, Μελιγαλάς: Η πρώτη πράξη του ελληνικού εμφυλίου



Φέτος το Σεπτέμβρη έκλεισαν 68 χρόνια από τη μάχη της Πελοποννήσου, την πρώτη μάχη του ελληνικού εμφυλίου. Αυτό που ονομάστηκε εθνική αντίσταση, δεν ήταν απαλλαγμένο από την πρώτη στιγμή από τις προσπάθειες των οπλισμένων εργατών και αγροτών του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ για κοινωνική αλλαγή, παρά την αντίθετη θέληση της ηγεσίας του ΚΚΕ. Αλλά μέχρι το 44 οι πράξεις αυτές ήταν σποραδικές και διάσπαρτες. Αντίθετα, το Σεπτέμβρη του 44 θα διεξαχθεί στην Καλαμάτα, στον Πύργο, στον Μελιγαλά η πρώτη κεντρική ένοπλη αντιπαράθεση ανάμεσα στις δυνάμεις του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και την ελληνική αστική τάξη, σε μια σύγκρουση που θα κρατήσει 5 χρόνια. Στην Πελοπόννησο θα παιχτεί η πρώτη πράξη του ελληνικού εμφυλίου.

Μετά την καταστροφή στο Στάλινγκραντ στις αρχές του 43 έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για της δυνάμεις του άξονα. Από εδώ και μετά το “χιλιόχρονο” Ράιχ μετράει τις μέρες του μέχρι την πτώση. Αλλά και για τα συμμαχικά στρατεύματα, τη σταλινική ΕΣΣΔ και τους ιμπεριαλιστικούς στρατούς Αγγλίας και ΗΠΑ, ξεκινάει και ένας αγώνας διαμόρφωσης της διάδοχης κατάστασης.

Την ίδια εποχή στην Ελλάδα υπάρξουν τρεις κυβερνήσεις. Η μία αποτελείται από τους αστούς πολιτικούς που ανέλαβαν την διοίκηση της ώρας μαζί με τους γερμανούς. Αρχικά με πρωθυπουργούς τον Τσολάκογλου – Λογοθετόπουλο και στη συνέπεια με τον Ράλλη. Σε αντίθεση με τα παραμύθια που κυκλοφόρησαν τα επόμενα χρόνια το μεγαλύτερο τμήμα της ελληνικής αστικής τάξης στήριζε άμεσα ή με την ανοχή του την κυβέρνηση των δοσίλογων. Σε πρόσφατη συνέντευξη του στην “Ελευθεροτυπία” στις 11.7.04 ο γιος του Γ. Ράλλης υπεραμύνεται της πολιτικής του πατέρα του: “Κοιτάζοντας προς τα πίσω, πιστεύω πως χάρη στη στάση του πατέρα μου, δεν καταλήξαμε σαν τη Γιουγκοσλαβία του Τίτο ή την Αλβανία του Χότζα. Τότε όμως, δυο και τρεις φορές τη νύχτα φώναζαν έξω απ’ το σπίτι μας: “Ράλλη προδότη - θάνατος!”. Σαν να τ’ ακούω ακόμη…” Η κυβέρνηση Ράλλη επέβαλε την ισχύ της στηριζόμενη στο γερμανικό στρατό κατοχής, την αστυνομία, τις φασιστικές οργανώσεις και αργότερα -όπως θα δούμε- στα Τάγματα Ασφαλείας.

Μια δεύτερη αστική κυβέρνηση βρισκόταν εκτός Ελλάδας, στο Κάιρο, έχοντας βρει καταφύγιο στους εγγλέζους, με επικεφαλής τον βασιλιά και όσους αστούς πολιτικούς τον ακολούθησαν μετά την κατάληψη της χώρας. Όταν έγινε φανερό ότι ο πόλεμος θα έκλεινε μάλλον υπέρ των συμμάχων, πολλοί αστοί πολιτικοί έφευγαν για το Κάιρο για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στην εξόριστη κυβέρνηση. Στρατιωτικά, η εξόριστη κυβέρνηση δεν είχε παρά ελάχιστες δυνάμεις. Ουσιαστικά, ένα μικρό τμήμα ελληνικού στρατού που ακολούθησε στην Αίγυπτο, αφού είχε καταστείλει με τη βοήθεια των βρετανικών όπλων κάθε αριστερό στοιχείο στο εσωτερικό του. Στο ελληνικό έδαφος προσπαθούσε να στηριχτεί στις αντικομμουνιστικές αντάρτικες ομάδες του Ζέρβα και του Ψαρρού και αργότερα στα Τάγματα Ασφαλείας. Ουσιαστικά, ήταν απόλυτα εξαρτημένη από τη δύναμη των βρετανικών όπλων.

Οι δυο αστικές κυβερνήσεις φαινομενικά βρίσκονταν σε πόλεμο, εφόσον ακολουθούσαν δυο διαφορετικά στρατόπεδα εμπολέμων. Κάτω από την επιφάνεια, συμφωνώντας ότι η κατοχή αποτελεί μια προσωρινή κατάσταση, βρίσκονταν σε απευθείας επικοινωνία, σποραδικά καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, και συστηματικά μετά το 43.
Το ”λαϊκό μέτωπο”

Η τρίτη κυβέρνηση ήταν αυτή του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, στην ελληνική επαρχία. Το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής επαρχίας που ελέγχεται από τον ΕΛΑΣ δεν βρίσκεται κάτω από την εξουσία καμιάς από τις δυο κυβερνήσεις. Στο τέλος και τυπικά δημιουργείται η “κυβέρνηση του βουνού”, με πρωτοβουλία του ΕΑΜ-ΚΚΕ και τη συμμετοχή κάποιων προοδευτικών αστών. Σε αυτή την περιοχή, το ΚΚΕ δεν προχώρησε σε κανενός τύπου σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, αλλά διατήρησε την αστική τάξη πραγμάτων.

Η κυβέρνηση του ΕΑΜ-ΚΚΕ και η κυβέρνηση του Καίρου και του βασιλιά έρχονται από νωρίς σε μια σειρά διαπραγματεύσεις με σκοπό τον συντονισμό της στρατιωτικής δράσης κατά των γερμανών, και στη συνέπεια του καθεστώτος της μεταπολεμικής Ελλάδας. Η κορύφωση αυτών των συμφωνιών γίνεται στο Λίβανο, με την ομόνυμη συμφωνία, με την οποία το ΚΚΕ αναγνωρίζει σαν “νόμιμη κυβέρνηση” αυτή του Καίρου με αντάλλαγμα τη συμμετοχή του σε αυτή με 4 ή 5 βουλευτές.

Το ΚΚΕ θα μπορούσε πολύ εύκολα να αρνηθεί κάθε σύμπραξη με την αστική κυβέρνηση. Στο κάτω κάτω δεν επρόκειτο παρά για μια ομάδα ξεπεσμένων αστών πολιτικάντηδων χωρίς λαϊκό έρεισμα, αλλά και χωρίς στρατιωτικά μέσα να επιβάλλουν τις διαθέσεις τους. Το ΚΚΕ, όμως βρίσκονταν δέσμιο της λογικής των “λαϊκών μετώπων”, της πολιτικής δηλαδή που επιδιώκει την συνεργασία με τους “προοδευτικούς αστούς” ενάντια στον φασισμό. Σε αυτή την συνεργασία, το ίδιο το κόμμα που μιλάει στο όνομα των συμφερόντων της εργατικής τάξης γίνεται ο εγγυητής της αστικής νομιμότητας και ο νεκροθάφτης των εργατικών απαιτήσεων που θα έβαζαν σε κίνδυνο το “λαϊκό μέτωπο”. Η τακτική αυτή που επεξεργάστηκε η σταλινοποιημένη κομιντέρν πριν τον πόλεμο, οδήγησε στη συντριβή την επανάσταση στην Ισπανία το 36 και τις τεράστιες εργατικές κινητοποιήσεις στη Γαλλία.

Με τη συμφωνία του Λιβάνου, το ΚΚΕ-ΕΑΜ όχι μόνο αναγνωρίζει και συμμαχεί με την (εξόριστη) αστική τάξη, αλλά υποτάσσεται σε αυτήν. Οι αστοί του Καίρου από την άλλη, αφού ισχυροποιούν τη θέση τους, ξεκινάν στα φανερά μια διαδικασία εκβιασμών προς το ΚΚΕ-ΕΑΜ ζητώντας την ολοένα μεγαλύτερη υποταγή του, ενώ από την άλλη επιδιώκουν στα κρυφά επαφές με την δοσίλογη κυβέρνηση της Αθήνας για να διευθετήσουν το μεταπολεμικό καθεστώς.
Λευκή τρομοκρατία

Το καλοκαίρι του 44 οι γερμανοί αρχίζουν να συμπτύσσονται και ενδιαφέρονται πια μόνο να κρατήσουν ανοικτές τις οδούς διαφυγής. Δίπλα στον ΕΛΑΣ που αυξάνει τις επιθέσεις του δρουν κάποιοι βρετανοί αξιωματικοί με την ιδιότητα του συμβούλου, που στην πραγματικότητα προσπαθούν να υλοποιήσουν την γραμμή του Καίρου στο ελληνικό έδαφος. Στις 14 Αυγούστου ένα τηλεγράφημα του βρετανικού υπουργείου εξωτερικών στον βρετανό υπουργό στο Κάιρο κάνει ξεκάθαρες τις προθέσεις των βρετανών: “Εκείνο που θα μας συνέφερε καλύτερα θα ήταν, όταν τα βρετανικά στρατεύματα θα ήταν έτοιμα να μεταβούν στην Ελλάδα, να ρυθμιστεί και η παράδοση των γερμανών, υπό τον όρο ότι θα παραδώσουν και όλα τα γερμανικά όπλα και εφόδια κατά τρόπο ώστε να μην πέσουν στα χέρια του ΕΑΜ και να μην υπάρξει κενό από το οποίο θα μπορούσε να επωφεληθεί το ΕΑΜ“.8 Πράγματι γίνονται κάποια σχέδια για απόβαση του αγγλικού στρατού στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια γενικά.

Η ταχύτατη όμως προέλαση του κόκκινου στρατού στα Βαλκάνια και οι επιτυχίες των γιουγκοσλάβων παρτιζάνων, αναγκάζει τους γερμανούς να αρχίσουν να συμπτύσσονται χωρίς να περιμένουν πότε θα ετοιμαστούν οι Βρετανοί. Αυτοί πάλι, και μαζί τους οι έλληνες αστοί σε Αθήνα και Κάιρο, ξέρουν ότι η αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων δημιουργεί ένα κενό που μπορεί να το καλύψει το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ. Χαρακτηριστικά, ο Σπηλιωτόπουλος, ο δοσίλογος διοικητής Ασφαλείας στην Αθήνα, έρχεται σε επαφή με τον ταξίαρχο Έντυ, αρχηγό της αγγλικής αποστολής στην Ελλάδα, και του ζητά πολύ σοβαρά“να αναβληθεί για λίγο καιρό η απελευθέρωση της Ελλάδας, αν πρόκειται να πέσει στα χέρια του ΕΛΑΣ”.2

Μπροστά σε αυτό τον κίνδυνο, η μόνη λύση για βρετανούς και αστούς είναι να εμπιστευτούν τα Τάγματα Ασφαλείας. Το καλοκαίρι του 44, και ενώ η αποχώρηση των γερμανών είναι ζήτημα ημερών, τα Τάγματα Ασφαλείας, μερικές φορές με τη βοήθεια των γερμανών, αλλά συνήθως χωρίς, ξεκινούν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στην Πελοπόννησο. Είναι το καλοκαίρι της λευκής τρομοκρατίας, με επίκεντρο κυρίως την Αργολίδα, την Κόρινθο και την Τροιζήνα (δηλ τις προσβάσεις της Αθήνας), αλλά και τη Μεσσηνία και Λακωνία. Χτυπήθηκαν κυρίως όχι οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ, αλλά οι χωρικοί υποστηρικτές του ΕΑΜ. Χωριά ολόκληρα κάηκαν. Ο ΕΛΑΣ, που στην Πελοπόννησο ήταν σχετικά αδύνατος, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την τρομοκρατία και καταφεύγει στους ορεινούς όγκους. Ο Αρης μεταβαίνει εσπευσμένα με σκοπό να ανασυγκροτήσει τον ΕΛΑΣ στην Πελοπόννησο. Οι αντάρτες δεν ξεπερνούν του 5000 σκορπισμένοι στους ορεινούς όγκους του Μωριά. Με τον ερχομό του Αρη συμβαίνουν τα εξής: α) Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ ανασυγκροτούνται διοικητικά και συντονίζονται κεντρικά, ώστε να μπορούν να αναλάβουν μεγάλης κλίμακας επιχειρήσεις. β) Γίνεται προσπάθεια να αποκτηθεί πυροβολικό και βαρύς οπλισμός και το πετυχαίνουν με δυο νικηφόρες μάχες εναντίον των γερμανών, στο Βουρλιά της Σπάρτης και στο Χωρέμι της Μεγαλόπολης, που φυλάσσονταν τα όπλα. γ) απευθύνεται στο λαό της Πελοποννήσου και ζητά να στηρίξει το αντάρτικο. 1,7

Όσο πλησιάζει η στιγμή να εκκενώσουν οι γερμανοί το χώρο, τόσο η τρομοκρατία των Ταγμάτων εντείνεται. Στην Πελοπόννησο βρίσκονται συνολικά 78000 ταγματασφαλίτες. Στη συνέχεια θα ενισχυθούν αρκετά με άλλους που φτάνουν από τη Στερεά. Από άποψη οπλισμού οι γερμανοί φρόντιζαν να τους παραδώσουν τεράστιες ποσότητες -μέχρι και τεθωρακισμένα οχήματα- για να δημιουργήσουν και έναν ιδανικό αντιπερισπασμό για να καλύψουν την αποχώρησή τους.
Τι ήταν τα Τάγματα Ασφαλείας

Τα Τάγματα Ασφαλείας ιδρύθηκαν τον Απρίλιο του 43 με πρωτοβουλία του Ράλλη, αρχηγού τότε του Λαϊκού Κόμματος, γι’ αυτό και ο λαός τους έδωσε το παρατσούκλι “ράλληδες”.

Η αναγγελία της νίκης στο Στάλινγκραντ, δημιούργησε αλυσιδωτές αντιδράσεις στον αστικό κόσμο της Αθήνας. Ο αστικός κόσμος αντιμετώπιζε ήδη το ενδεχόμενο της επόμενης μέρας μετά την αποχώρηση των γερμανών. Πολλοί αστοί πολιτικοί που ως τότε στήριζαν ανοικτά τους γερμανούς ή έκαναν τους ουδέτερους, άρχισαν να προσπαθούν να προσεταιριστούν τους άγγλους, τον εξόριστο βασιλιά και την κυβέρνηση του Καίρου. Αυτό, αλλά και η αδυναμία να επιβληθεί στις εκδηλώσεις αντίστασης του ελληνικού λαού, οδήγησε σε πτώση την δοσίλογη κυβέρνηση του Τσολάκογλου. Κλήθηκε να αναλάβει ο Ράλλης.

Ο όρος του προς τους γερμανούς, προκειμένου να αναλάβει να σχηματίσει κυβέρνηση, ήταν η δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. Στους μεν γερμανούς πρόβαλε την ανάγκη ίδρυσης ένοπλων τμημάτων που θα πάτασσαν κάθε εξέγερση ενάντια στα στρατεύματα κατοχής, στον αστικό κόσμο την ανάγκη να αντιμετωπιστεί ένοπλα ο κομμουνιστικός κίνδυνος.

Πρόκειται για μια εξαίρεση, για μια καθαρά ελληνική ιδιαιτερότητα. Στις κατεχόμενες από τον γερμανικό στρατό χώρες, οι κυβερνήσεις-συνεργάτες των κατακτητών στηρίζονταν στις παλιές δομές της κάθε αστυνομίας, και στις διάφορες ένοπλες ναζιστικές οργανώσεις. Το ίδιο ακριβώς και στην Ελλάδα, τα αρχικά στηρίγματα του γερμανικού στρατού και των δοσίλογων κυβερνήσεων ήταν οι ναζιστικές και εθνικιστικές οργανώσεις (Χίτες, Παοτζήδες, κλπ) και η αναδιαρθρωμένη αστυνομία (μηχανοκίνητη αστυνομία του Μπουραντά). Πουθενά αλλού όμως στην Ευρώπη (εκτός μόνο από την Κροατία) δεν σχηματίστηκε ένοπλο στρατιωτικό σώμα, όπως στην Ελλάδα. Οι γερμανικές αρχές κατοχής αρχικά δίσταζαν να δημιουργήσουν ένοπλο στρατιωτικό σώμα από έλληνες. Τελικά δέχτηκαν με κάποιους όρους. Τα Τάγματα και οι αξιωματικοί τους θα δίνουν όρκο στον Χίτλερ και διοικητικά, θα υπάγονταν όχι στην ελληνική κυβέρνηση δοσίλογων, αλλά απευθείας στον διοικητή των Ες-Ες στην Ελλάδα Σίμανα. Όσο για τον οπλισμό τους, τους διατέθηκε σταδιακά από τους γερμανούς, και ειδικά μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας.

Για την επάνδρωσή τους κλήθηκαν να συμμετέχουν εθελοντικά όλοι οι αξιωματικοί του Μεταξά. Αυτοί στρατολόγησαν κάθε καρυδιάς καρύδι, που έβλεπαν τη συμμετοχή τους και σαν έναν τρόπο γρήγορου πλουτισμού. Τα Τάγματα ήταν για την βρώμικη δουλειά, αυτή που δεν ήθελε να την χρεωθεί η Βέρμαχτ. Δολοφονίες, βασανισμοί, ληστείες, λευκή τρομοκρατία. Τα Τάγματα είχαν (θεωρητικά και πρακτικά) την ευθύνη για τα μπλόκα στις λαϊκές συνοικίες της Αθήνας το 44, στην Κοκκινιά, στην Καισαριανή, στο Περιστέρι, κλπ. Ειδικά όμως στην επαρχία, λυμαίνονταν όσες περιοχές δεν ελέγχονταν από τον ΕΛΑΣ και κυρίως την Αττική, την Πελοπόννησο και την Εύβοια.

Οι γερμανοί τελικά δεν μετάνιωσαν ποτέ που επέτρεψαν την ίδρυση των ταγμάτων. Είναι σχετικά γνωστό το τηλεγράφημα που έστειλε ο διοικητής των Ταγμάτων στην Πελοπόννησο, ο Παπαδόγκονας, μετά την απόπειρα δολοφονίας ενάντια στον Χίτλερ: “Από της Ιεράς Γης της Αρχαίας Σπάρτης υψούται η προσευχή μας: Κύριε διαφύλασσε τον Φύρερ μας“. Λειτούργησαν σαν την καλύτερη οπισθοφυλακή που θα μπορούσε να τους καλύψει την υποχώρηση από την Ελλάδα, το φθινόπωρο του 44.

Μετά το τέλος του εμφυλίου, το 1950, ο αντιστράτηγος Πετζόπουλος αποτημά τη δράση των Ταγμάτων: “Τα Τάγματα λοιπόν αυτά τα οποία επλαισίωσε σημαντική μερίς Ελλήνων αξιωματικών, είναι καθ’ αυτό δημιούργημα της ανάγκης. Αποτέλεσαν πραγματικόν προμαχώνα και έπαλξιν κατά της κομμουνιστικής θηριωδίας, κυματοθραύστην διά τον μαινόμενον και αφρίζοντα κομμουνισμοί και έσωσαν από το φάσγανο των λαοκρατών την ζωήν εκατοντάδων πολιτών διαρκούσης της κατοχής“.5
Το Κάιρο θέλει τα Τάγματα

Όταν η αποχώρηση των γερμανών είναι ορατή από μέρα σε μέρα, τα Τάγματα βρίσκονται στο επίκεντρο. Ο στρατηγός του ΕΛΑΣ Σαράφης, εκδίδει στις 3 Σεπτέμβρη διαταγή σύμφωνα με την οποία: “τα τάγματα ασφαλείας θα σώσουν τη ζωή τους εφόσον παραδοθούν με τον οπλισμό τους“.6 Την επόμενη κιόλας μέρα, οι γερμανοί αποχωρούν από τον Πύργο, την πρώτη πόλη την οποία εγκαταλείπουν. Την ίδια μέρα, στις 4/9, γίνεται και η πρώτη συνεδρίαση της κυβέρνησης Καΐρου με τη συμμετοχή υπουργών του ΕΑΜ. Μοναδικό της θέμα τα Τάγματα Ασφαλείας. Ο πρωθυπουργός Παπανδρέου δεν θέλει να τα αποκηρύξει, γιατί είναι οι μοναδικές στρατιωτικές δυνάμεις που είναι ικανές να αντιταχθούν στον ΕΛΑΣ και να εξασφαλίσουν την αστική νομιμότητα τσακίζοντας τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Από την άλλη, δεν είναι δυνατόν να το παραδεχτεί ανοικτά. Είναι στρατεύματα, που ακόμη και τώρα πολεμάν εναντίον των “Συμμάχων” στο πλευρό του άξονα. Η πρώτη αυτή σύσκεψη της κυβέρνησης είναι άκαρπη και δεν καταλήγει σε καμιά συμφωνία.

Πίσω όμως από το υπουργικό τραπέζι, τα τηλέφωνα έχουν ανάψει. Οι αστοί πολιτικοί στο Κάιρο, σε απευθείας συνεννόηση με αυτούς στην Αθήνα, προσπαθούν να βρουν την καλύτερη δυνατή λύση. Η φόρμουλα δοκιμάζεται στον Πύργο. Αμέσως μετά την αποχώρηση των γερμανών, ο διοικητής των ράλληδων στον Πύργο, ο Κοκώνης συγκεντρώνει τον λαό της πόλης, και ανακοινώνει από την κεντρική πλατεία ότι τα Τάγματα Ασφαλείας αναλαμβάνουν τη διοίκηση της πόλης. “Αι εν αυτή ένοπλοι δυνάμεις έπαυσαν υπακούουσαι από της αυτής εις Κυβέρνησιν Αθηνών. Αποτελούσαι δε από της ιδίας στιγμής τμήμα του Ελληνικού Στρατού ενεργούσιν εν ονόματι της Α.Μ. του Βασιλέως και της κυβερνήσεώς του“.1

Την επόμενη, στις 5/9, έρχεται από το Κάιρο ρητή εντολή προς τους Βρετανούς Αξιωματικούς Συνδέσμους που τους υπενθυμίζει ότι “Είναι άκρως ανεπιθύμητο, όπλα και πυρομαχικά που ανήκουν στις γερμανικές δυνάμεις να πέσουν στα χέρια των ανταρτών“.8 Οι αξιωματικοί διατάσσονται να μην ανακατευτούν καθόλου σε οποιαδήποτε πιθανή σύγκρουση ανάμεσα στους ράλληδες και τον ΕΛΑΣ. Θεωρούν πως τα Τάγματα με τον οπλισμό που αφήνουν οι γερμανοί αποχωρώντας είναι δυνατόν να καθαρίσουν από τον ΕΛΑΣ την Πελοπόννησο, το σημείο δηλαδή που θα μπορούσε να γίνει μια περιορισμένη απόβαση βρετανικών στρατευμάτων και από εκεί να ανοίξει ο δρόμος για την Αθήνα. Ήδη, όλους τους καλοκαιρινούς μήνες, η λευκή τρομοκρατία έχει αποδώσει καρπούς.

Στο μεταξύ, η κυβέρνηση στο Κάιρο συνεδριάζει ξανά και στις 6/9 ο Παπανδρέου αναγκάζεται σε μια δημόσια δήλωση, που μεταδίδεται από το ΒΒΟ Είναι μια “χλιαρή” διαταγή που δεν καταδικάζει ευθέως τους ράλληδες: “Παραγγέλλομεν εις τους άνδρας των ταγμάτων ασφαλείας όπως εγκαταλείψουν αμέσως τας θέσεις των“. Αυτή είναι και η τελευταία ανακοίνωση της κυβέρνησης από το Κάιρο. Αμέσως μετά μεταφέρεται στην νότια Ιταλία, περιμένοντας την αποχώρηση των γερμανών και την είσοδο της στην Ελλάδα.

Κανέναν από τους αστούς πολιτικούς δεν ξεγελάει αυτή η δήλωση. Ο αστικός κόσμος έχει συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να ξεράσει κάθε άλλη διαφορά απέναντι στον “κομμουνιστικόν κίνδυνον”. Ο Πλυτζανόπουλος, γενικός διοικητής των Ταγμάτων θα πει 2 χρόνια αργότερα για αυτές τις μέρες, στη δίκη-παρωδία που έστησε το κράτος μετά τη Βάρκιζα για να αθωώσει τους αρχηγούς των ράλληδων: “Μετά την τελευταία ανακοίνωση της κυβέρνησης Καΐρου για την αποκήρυξη, αποφασίσαμε να συμβουλευτούμε τους πολιτικούς αρχηγούς. (σ.σ. εννοεί τους αστούς πολιτικούς που δεν συνεργάστηκαν με τους ναζί αλλά έμειναν στην Αθήνα, πιστοί στην εξόριστη κυβέρνηση). Εγώ πήγα στον Σοφούλη που μου είπε ότι είναι εναντίον της διαλύσεως, γιατί που θα στηριχτεί ο στρατιωτικός διοικητής Σπηλιωτόπουλος; Στη διαλυμένη αστυνομία, στη χωροφυλακή ή στις οργανώσεις; Μου είπε επίσης ότι όσο μπορείς μονάχα, μακριά από τους γερμανούς για να αποφευχθούν οι παρεξηγήσεις“.2 Αλλωστε, επειδή τα γραπτά μένουν, έχει διασωθεί και μία επιστολή του Παπανδρέου προς τον Χρύσανθο, που εμφανίστηκε στην παραπάνω δίκη, και η οποία γράφει: “Πιστεύω να υπάρχει κάποιος αυτού όπου θα χει μυαλό, ώστε μην επιτρέψει τη διάλυση των Ταγμάτων“.2

Δεν πρέπει να υπάρξει καμιά αμφιβολία για τις προθέσεις των αστών. Ο βρετανός αξιωματικός Ουίκς, που τότε υπηρετούσε σαν σύνδεσμος με τον ΕΛΑΣ στην Καλαμάτα, θα γράψει το 1946: “Η εντολή στους βρετανούς να μην επεμβαίνουν δόθηκε γιατί υπέθεταν στο Κάιρο ότι τα Τάγματα Ασφαλείας, με τη βοήθεια του γερμανικού οπλισμού τους, θα μπορούσαν να εξοντώσουν τον ΕΛΑΣ (…) και έτσι θα αποτελούσαν τις μόνες δυνάμεις που θα υπήρχαν στην Ελλάδα όταν θα φτάναμε εμείς”.6 Οι μόνοι που έδειχναν να μην καταλαβαίνουν ό,τι συμβαίνει γύρω τους ήταν η ηγεσία του ΚΚΕ που το μόνο της μοτίβο εκείνες τις μέρες ήταν “Ζήτω η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας” και “Ζήτω οι μεγάλοι μας σύμμαχοι οι βρετανοί1. Όποιος τολμούσε να μιλήσει για οτιδήποτε άλλο, ήταν “προβοκάτορας” και “αντιλαϊκό στοιχείο”.
Αρχίζει η επίθεση

Τα πράγματα όμως δεν έρχονται πάντα όπως τα σχεδιάζουν στα αστικά σαλόνια. Ο ΕΛΑΣ κυκλώνει τον Πύργο και την Καλαμάτα στις 7/9 και ζητάει από τους ταγματασφαλίτες να παραδοθούν. Αυτοί αρνούνται και, δηλώνοντας πως βρίσκονται πλέον στις διαταγές τις κυβέρνησης του Καΐρου, ζητάν από τον ΕΛΑΣ να παραδοθεί σε αυτούς. Στις 9/9 ο ΕΛΑΣ ξεκινάει την επίθεση και στις δύο πόλεις. Σε λίγες ώρες καταλαμβάνει την Καλαμάτα. Η μάχη είναι σχετικά σύντομη, αν υπολογίσει κανείς τον αριθμό τον ράλληδων που βρίσκονταν στην πόλη. Ο λόγος είναι ότι με την επίθεση του ΕΛΑΣ ο λαός της Καλαμάτας εξεγέρθηκε και με όποιο τρόπο μπορούσε, με ότι μπορούσε να χρησιμοποιήσει για όπλο, επιτίθονταν στα Τάγματα. Ενώ ακόμα ο ΕΛΑΣ βρισκόταν στις παρυφές της πόλης, οι δρόμοι και τα στενά είχαν γίνει πεδία μάχης. Κανένας δεν έδωσε το σύνθημα για αυτή την επίθεση, που ξεκίνησε αυθόρμητα μόλις ο λαός ένοιωσε σιγουριά από τα όπλα του ΕΛΑΣ. Οι ταγματασφαλίτες παραδίδονται κατά εκατοντάδες, εκτός από 200 περίπου που κατάφεραν να δραπετεύσουν και ενώνονται με την ισχυρή δύναμη που βρίσκεται στον Μελιγαλά. Παραδίνονται, αλλά σε ποιον; Ο ΕΛΑΣ προσπαθεί να τους συγκεντρώσει και να τους μαντρώσει, αλλά ο λαός της Καλαμάτας έχει άλλη γνώμη. Ήδη, όση ώρα διαρκούσε η μάχη, πλήθη συρρέουν οπλισμένα από τα γύρω χωριά ενώ μια πραγματική φάλαγγα οπλισμένη με κάθε αγροτικό εργαλείο έρχεται από τη Μεσσήνη. Όλοι απαιτούν θάνατο. Οι μνήμες από τις θηριωδίες των ταγμάτων στην Μεσσηνία ήταν πολύ νωπές, μόλις λίγες βδομάδες νωρίτερα. Σχεδόν κάθε ένας θρηνούσε έναν νεκρό ίσως συγγενή, ίσως φίλο. Τώρα ήταν η ώρα της τιμωρίας. Πολλοί από τους συλληφθέντες εκτελούνται επί τόπου από το λαό της Καλαμάτας.

Η κατάληψη του Πύργου από τον ΕΛΑΣ γίνεται την επόμενη μέρα. Η αντίσταση που προέβαλαν εδώ ήταν ισχυρότερη από την Καλαμάτα, αλλά τελικά άκαρπη. Και εδώ θα επαναληφθούν οι εικόνες της Καλαμάτας, αλλά σε μικρότερη έκταση. Επιπλέον, εδώ θα σπεύσουν οι άγγλοι αξιωματικοί για να προστατέψουν τους συλληφθέντες ταγματασφαλίτες. Η συμπεριφορά τους ήταν τόσο εξοργιστικά μεροληπτική που αναγκάζουν το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ να στείλει τηλεγράφημα διαμαρτυρίας προς την κυβέρνηση του Παπανδρέου την επόμενη μέρα: “Μέλη της Συμμαχικής Αποστολής Πελοποννήσου επενέβησαν με ανάρμοστο τρόπο υπέρ των ανδρών του Ράλλη στον Πύργο“. Όπως και να έχει, δυο μεγάλες πόλεις της Πελοποννήσου είναι στα |έρια του ΕΛΑΣ μέσα σε δυο μέρες. Όσοι διαφεύγουν συγκεντρώνονται στην κωμόπολη του Μελιγαλά.
Μελιγαλάς

Ο Μελιγαλάς ήταν μια από τις ισχυρές βάσεις των ράλληδων. Η κωμόπολη είχε οχυρωθεί με ισχυρά αμυντικά έργα και η δύναμη πυρός που είχε συγκεντρωθεί για την άμυνά της ήταν τεράστια. Με την πόλη εκκαθαρισμένη από τους αριστερούς ήδη από πριν ήταν απόλυτα ασφαλής πολιτικά και δεν φοβούνταν μια επανάληψη των γεγονότων της Καλαμάτας. Ο αριθμός των ράλληδων μαζί με όσους είχαν καταφύγει εκεί, είχε φτάσει σχεδόν τις 2500. Οι αστοί σε Αθήνα και Κάιρο, που αιφνιδιάστηκαν με την πτώση της Καλαμάτας και του Πύργου στον ΕΛΑΣ, έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους στους ταγματασφαλίτες στον Μελιγαλά.
Η επίθεση του ΕΛΑΣ άρχισε στις 13/9 και είναι πολύ σφοδρή. Ενάντια στο οχυρό του Μελιγαλά, ο ΕΛΑΣ θα ρίξει το Συγκρότημα Μηχανημάτων, δηλαδή το μοναδικό βαρύ οπλισμό που διέθετε στην Πελοπόννησο. Η μάχη είναι πολύ σκληρή και κρατάει δυόμισι μέρες χωρίς ανάπαυλα. Οι απώλειες και για τις δυο πλευρές είναι βαριές. Υπολογίζεται ότι σκοτώθηκαν 120 ελασήτες και περίπου 600 ταγματασφαλήτες. Στις 15/9 ο ΕΛΑΣ έχει κυριεύσει τον Μελιγαλά. (Από σύμπτωση, την ίδια εκείνη μέρα γίνεται η πρώτη βρετανική απόβαση σε ελληνικό έδαφος. Μια μικρή ομάδα βρετανών στρατιωτών αποβιβάζεται στα Κύθηρα σε αναγνωριστική αποστολή.)
Σε ολόκληρη την φιλολογία του μετεμφυλιακού κράτους της δεξιάς ο Μελιγαλάς αποτελεί ένα μεγάλο κεφάλαιο. Τα “κονσερβοκούτια” και η “πηγάδα” είναι τα πιο σταθερά μοτίβα των “αιμοδιψών συμμοριτών”. Η επίσημη ιστορία του ελληνικού στρατού, μιλάει για εκτέλεση “2500 στρατιωτών” από τους αντάρτες, τα πτώματα των οποίων έριξαν “εις πηγάδαν Μαυροζουμένης”. Τα πράγματα συνέβησαν πολύ πιο απλά. Τις μέρες που διαρκούσε η μάχη, πολλοί αγρότες συνέρεαν για να βοηθήσουν τους αντάρτες να καταλάβουν την πόλη, με ότι γεωργικά εργαλεία μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για όπλα. Με την είσοδο του ΕΛΑΣ στην κωμόπολη, ακολουθεί και πλήθος χωρικών από τα γύρω μεσσηνιακά χωριά. Οι ταγματασφαλίτες παραδίνονται πια ομαδικά, ο ΕΛΑΣ προσπαθεί να τους συγκεντρώσει στον χώρο που μέχρι τότε κρατούνταν οι εαμήτες, ο κόσμος όλος ουρλιάζει για εκδίκηση. Αν και δεν υπάρχει αξιόπιστος αριθμός όσων ράλληδων σκοτώθηκαν αφού παραδόθηκαν (και πως θα μπορούσε μέσα στο χάος που επικρατούσε;) σίγουρα εκτελέστηκαν πολλοί. Εκτός από τους 600 που πέθαναν στη διάρκεια της τριήμερης μάχης, κάποιοι κατάφεραν να δραπετεύσουν, κάποιοι εκτελέστηκαν επί τόπου, κάποιοι μεταφέρθηκαν στην Καλαμάτα για να δικαστούν. Ο Χαριτόπουλος 7 περιγράφει πως καθώς μια φάλαγγα αιχμαλώτων μεταφερόταν στην έδρα της μεραρχίας του ΕΛΑΣ με τη συνοδεία ενός λόχου, δέχτηκε την επίθεση σύσσωμου του χωριού της Σκάλας. Λίγες βδομάδες νωρίτερα, οι ταγματασφαλήτες είχαν κάψει όλα τα σπίτια του χωριού. Αλλά και όσοι μεταφέρθηκαν στην Καλαμάτα για να δικαστούν (κυρίως οι αρχηγοί των Ταγμάτων) δεν είχαν καλύτερη τύχη. Καθώς τους έβγαλαν από την φυλακή για να μεταφερθούν στο χώρο που είχε στηθεί το λαϊκό δικαστήριο, ο λαός της Καλαμάτας που είχε συγκεντρωθεί, τους λιντσάρισε στα μισά της διαδρομής.
Η οργή είναι ασυγκράτητη

Μετά τον Μελιγαλά, το σοκ είναι τεράστιο. Όλα τα είχαν υπολογίσει οι αστοί σε Αθήνα και Κάϊρο. Και τα όπλα των ταγματασφαλιτών και τα εφόδια τους και την οργάνωσή τους και τις οχυρώσεις τους. Αυτό που δεν υπολόγισαν ήταν το μίσος του ελληνικού λαού για τα Τάγματα. Η επίθεση των μονάδων του ΕΛΑΣ άνοιξε το ποτάμι της λαϊκής οργής. Σε έκθεση της OSS (Γραφείο Στρατηγικών Υπηρεσιών) ήδη από τις 18/8/44 (λίγο πριν δηλαδή αρχίσει η επίθεση τους ΕΛΑΣ) η κατάσταση περιγράφεται ως εξής: “η Πελοπόννησος είναι έντονα διχασμένη σε δυο στρατόπεδα. Στις περιοχές της υπαίθρου η κυριαρχία των ανταρτών του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ είναι απόλυτη. Στις πόλεις και σε όλο το μήκος των ακτών επικρατούν τα τάγματα ασφαλείας”. Αυτή είναι η μόνη έκθεση που οι συντάχτες της είχαν τη διορατικότητα να μην βλέπουν μόνο τη στρατιωτική διάταξη των δύο στρατοπέδων, αλλά και το κοινωνικό της υπόβαθρο: ”Πρόκειται για κοινωνική επανάσταση ευρείας έκτασης. Μεγάλο ποσοστό του λαού εργάζεται για την επιτυχία αυτής της επανάστασης”.8
Αυτό που ονομάστηκε “Εθνική Αντίσταση στον Κατακτητή”, δεν ήταν ποτέ αξεχώριστο από τις διαδικασίες της κοινωνικής επανάστασης, παρά τις διαφορετικές διαθέσεις και ενέργειες της ηγεσίας του ΚΚΕ. Ακριβώς το αντίθετο. Από την πρώτη στιγμή που ο λαός οπλίστηκε, το ζήτημα της εξουσίας δεν μπορούσε να λυθεί στα χαρτιά. Η συμφωνία του Λιβάνου για να μην μείνει ένα άχρηστο χαρτί έπρεπε να εφαρμοστεί στην πράξη. Αλλά η πράξη έδειχνε ότι ο ΕΛΑΣ είναι η οπλισμένη δύναμη που τις τελευταίες μέρες γίνεται και απόλυτα κυρίαρχη.
Η φωτιά έχει ανάψει πια και έξω από την Πελοπόννησο. Στα Τοπόλια της Κωπαϊδας, ο ΕΛΑΣ μπαίνει νικητής αφήνοντας νεκρούς 130 ταγματασφαλίτες. Λίγες μέρες μετά συλλαμβάνει άλλους 150 στη Λιβαδειά. Η μεγάλη νίκη όμως έρχεται στο Αγρίνιο, που αναγκάζει να παραδοθούν 1000 ταγματασφαλίτες. Η Λακωνία εκκαθαρίζεται από τους ράλληδες, που συσπειρώνονται στο Γύθειο και τον Μυστρά. Ως τώρα, σε όσες μάχες έχει δώσει ο ΕΛΑΣ με τα Τάγματα Ασφαλείας βγήκε σε όλες νικητής, διαψεύδοντας τις ελπίδες των αστών. Όποιος δεν είναι ηλίθιος μπορεί να βγάλει το συμπέρασμα πως τα Τάγματα είναι εντελώς ανίκανα να εξασφαλίσουν στρατιωτικά την ασφαλή επιστροφή της αστικής νομιμότητας στην Ελλάδα.
Προς ένα συμβιβασμό

Μπροστά σε αυτή την πραγματικότητα, η κυβέρνηση Παπανδρέου ψάχνει με αγωνία τρόπους για να χειριστεί την νέα κατάσταση και προσπαθεί να πετύχει έναν οποιονδήποτε συμβιβασμό. Ο Κανελόπουλος, υπουργός της κυβέρνησης, και μετέπειτα αρχηγός της ΕΡΕ, φτάνει στην Καλαμάτα και επιδιώκει συνάντηση με τον Άρη. Αλλά το θέμα πλέον δεν είναι διπλωματικό. Το επείγον είναι να διασωθούν όσα Τάγματα δεν έχουν τσακιστεί. Και πάλι, φυσικά, γίνεται κάθε προσπάθεια για να μην πέσουν τα όπλα τους στον ΕΛΑΣ. Αλλά τώρα, βλέποντας ότι τα Τάγματα δεν μπορούν να νικήσουν, προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο. Στις 16/9, την επόμενη μέρα δηλαδή μετά την νίκη του ΕΛΑΣ στον Μελιγαλά, δίνονται νέες οδηγίες προς τους βρετανούς αξιωματικούς. να μεσολαβούν δημόσια και να ζητάν τον περιορισμό των Ταγμάτων στα στρατόπεδά τους ως ότου παραδοθούν στον βρετανικό στρατό, όταν και όποτε αυτός έρθει. Ουσιαστικά, οι βρετανοί ζητάν από τον ΕΛΑΣ να αφήσει ανενόχλητους τους ταγματασφαλίτες στα στρατόπεδά τους με την υπόσχεση ότι θα παραδοθούν αργότερα. Αλλά και ο ΕΛΑΣ θεωρούσε πως λειτουργεί για λογαριασμό της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Οι απόπειρες λοιπόν των άγγλων αξιωματικών να πετύχουν συμφωνίες παράδοσης κατά περίσταση, εξελίσσεται σε διπλωματική ισορροπία σε ένα τεντωμένο σχοινί.
Οι νέες οδηγίες δεν προλαβαίνουν να αποτρέψουν μια νέα συμφορά. Στις 19/9 μετά από μάχη ο ΕΛΑΣ καταλαμβάνει τη Ναύπακτο, ένα από τα πιο ισχυρά τους κάστρα έξω από την Πελοπόννησο και συλλαμβάνει 650 ράλληδες. Όσοι μπόρεσαν δραπέτευσαν για την Πάτρα.
Αλλά και όταν δοκιμάζουν τελικά να εφαρμόσουν τις νέες οδηγίες δεν αλλάζει τίποτα. Η επόμενη φωλιά των ταγματασφαλιτών είναι οι Γαργαλιάνοι, που ο ακραιφνής ναζιστής Στούπας, επικεφαλής 1200 ταγματασφαλιτών, έχει μετατρέψει το χωριό σε ισχυρά οχυρωμένο φρούριο. Εκεί, οι άγγλοι θα εφαρμόσουν για πρώτη φορά τη νέα γραμμή και θα μεσολαβήσουν για παράδοση του Τάγματος, αλλά άκαρπα. Ο Άρης που βρίσκεται αυτοπροσώπως επικεφαλής σε αυτή την επιχείρηση, δεν θα δώσει πολύ χρόνο στις διαπραγματεύσεις. Στην άρνηση του Στούπα να παραδοθεί, διατάσει αμέσως επίθεση. Η μάχη κρατάει 30 ώρες. Οι λίγοι ταγματασφαλίτες που γλίτωσαν δραπετεύουν με καΐκι στην Πύλο. Μετά την ήττα στους Γαργαλιάνους είναι φανερό ότι η αναγκαστική αλλαγή πολιτικής των άγγλων προς τα Τάγματα, δεν οδηγεί σε εκτόνωση της σύγκρουσης. Το αντίθετο μάλιστα. Στην Πύλο το πλήθος κάνει έφοδο στο κτίριο που κρατούνται οι ταγματασφαλίτες και τους λιντσάρει.
Από τις 15 ως τις 24/9, σε μια σειρά μικρότερης έκτασης συγκρούσεων, ο εξεγερμένος πληθυσμός με ή χωρίς τη βοήθεια του ΕΛΑΣ διώχνει τα Τάγματα από το Κιάτο, τον Αχλαδόκαμπο, την Αρεόπολη και το Διακοφτό. Όσοι ταγματασφαλίτες βρίσκονται στην Πελοπόννησο, προσπαθούν να συμπτυχθούν στο Γύθειο-Μυστρά, την Τρίπολη και την Πάτρα και κάποιες μικρότερες δυνάμεις στο Ναύπλιο στη Μονεμβασιά και στην Κόρινθο. Τα κρίσιμα σημεία είναι δύο: Στην Πάτρα βρίσκονται 2000 μαζί με τους 500 που έφτασαν από τη Ναύπακτο και ο διοικητής τους ο Κουρκουλάκος προσπαθεί να βρει τρόπο να παραδοθεί σε οποιονδήποτε εκτός από τον ΕΛΑΣ. Καλεί τον Ζέρβα που βρίσκεται στην Ήπειρο, να κατέβει για να του παραδώσει την πόλη. Αλλά ο Ζέρβας ήδη ετοίμαζε τις βαλίτσες του για ένα πιο μακρινό ταξίδι. Ο Παπαδόγκωνας επικεφαλής 2000 ράλληδων, προσπαθεί να συγκεντρώσει στην Τρίπολη τις διάσπαρτες δυνάμεις για να αντισταθεί αποτελεσματικά. Η πόλη έχει οχυρωθεί και έχουν συγκεντρωθεί τα περισσότερα από τα βαριά όπλα που έχουν στην κατοχή τους τα Τάγματα. Ο Άρης παίρνει την απόφαση να συγκεντρώσει δυνάμεις και βαδίζει ενάντια της Τρίπολης. Φτάνει έξω από την πόλη και ξεκινά την πολιορκία.
Πανικός

Στους αστούς σε Αθήνα και Κάιρο επικρατεί πανικός. Όχι μόνο τα Τάγματα δεν κατάφεραν να διαλύσουν τον ΕΛΑΣ, αλλά μέσα σε 15 μέρες κοντεύουν να διαλυθούν αυτά. Η Πελοπόννησος, το μόνο σημείο που προσφερόταν για βρετανική απόβαση είναι σχεδόν στα χέρια του ΕΛΑΣ, και το σπουδαιότερο, ο δρόμος για την Αθήνα είναι ανοιχτός. Τα νέα για τις νίκες του ΕΛΑΣ ενάντια στα Τάγματα προκαλούν ανάμεικτα συναισθήματα στην πρωτεύουσα. Στις λαϊκές συνοικίες ο κόσμος πανηγύριζε. Ήταν μόνο λίγους μήνες νωρίτερα, που οι ράλληδες, μαζί με τα στρατεύματα κατοχής έστηναν τα αιματηρά μπλόκα. Αντίθετα, οι αστοί συνεργάτες των γερμανών τρέμουν. Ξέροντας ότι οι γερμανοί αποχωρούν από μέρα σε μέρα, προσπαθούν την τελευταία στιγμή να πολλαπλασιάσουν με όποιο τρόπο μπορούν την επαφή με την εξόριστη κυβέρνηση.
Αλλά ο ίδιος πανικός υπάρχει και στην εξόριστη κυβέρνηση. Στις 20/9 ο Παπανδρέου τηλεγραφεί στον Τσώρτσιλ: “Ενώπιον διαμορφωθείσης κρίσιμου καταστάσεως τα πολιτικά μέσα προς αντιμετώπισίν της δεν είναι πλέον επαρκή. Μόνον η άμεσος παρουσία επιβλητικών βρετανικών δυνάμεων εις την Ελλάδα και μέχρι των τουρκικών ακτών, ημπορεί να μεταβάλει την κατάστασιν”. 2,7 Ακόμη και 60 χρόνια μετά, διαβάζοντας κανείς το τηλεγράφημα, μπορεί να καταλάβει πως η φωνή του θα έτρεμε την ώρα που το υπαγόρευε. Και έχει κάθε δίκιο, αφού η κατάσταση οδηγείται στην κορύφωση. Μόνο 4 μέρες μετά το τηλεγράφημα, ο ΕΛΑΣ που έχει κυκλώσει την Τρίπολη, ετοιμάζεται να εισβάλει. Ο Τοντ, ο βρετανός μεσολαβητής για την παράδοση, προσπαθεί από μέρες να ροκανίσει το χρόνο, αλλά βλέπει ότι δεν μπορεί να τρενάρει άλλο τις διαπραγματεύσεις και ζητά από το βρετανό διοικητή στα Κύθηρα “το αργότερο σε 48 ώρες 50 βρετανούς στρατιώτες για να παραδοθούν οι 2000 ταγματασφαλίτες,”.
Η συμφωνία της Καζέρτας

Τελικά δεν χρειάζεται να φτάσουν “επιβλητικές βρετανικές δυνάμεις” στην Ελλάδα. Ο Παπανδρέου καταφεύγει σε μια απελπισμένη πολιτική ενέργεια διπλωματικού χαρακτήρα. Καλεί εσπευσμένα τον Ζέρβα του ΕΔΕΣ και τον Σαράφη, αρχηγό του ΕΛΑΣ στην Ιταλία και τους ζητά να υπογράψουν άρον-άρον ένα απίθανο κείμενο, που ζητάει ούτε λίγο ούτε πολύ τα εξής απίθανα:
Α. Όλες οι αντάρτικες δυνάμεις που δρουν στην Ελλάδα μπαίνουν κάτω από τις διαταγές της κυβέρνησης εθνικής ενότητας
Β. Η ελληνική κυβέρνηση βάζει τις δυνάμεις αυτές κάτω από τις διαταγές του στρατηγού Σκόμπι, που ονομάστηκε από τον Ανώτατο Συμμαχικό Αρχιστράτηγο, “Στρατηγός Διοικών τας δυνάμεις εν Ελλάδι”.
Γ. (…Οι αρχηγοί των Ελλήνων ανταρτών θα απαγορεύουν κάθε απόπειρα των μονάδων τους) να αναλάβουν την αρχήν ανά χείρας. Τοιαύτη πράξις θα χαρακτηρισθή ως έγκλημα και θα τιμωρηθεί αναλόγως. Και όχι μόνο αυτό. Ο ΕΛΑΣ δεν θα μπει στην Αθήνα και στην Θεσσαλονίκη, αλλά αυτές θα καταληφθούν από βρετανικά στρατεύματα, και τα λίγα στρατεύματα της δεξιάς που είχε η κυβέρνηση στο Κάιρο! Το κερασάκι στην τούρτα: ο δοσίλογος αρχηγός της χωροφυλακής σε όλη τη διάρκεια της κατοχής, ο Σπηλιωτόπουλος, διορίζεται “προσωρινά” Γενικός Διοικητής της Αττικής! Πρόκειται για το κείμενο που έμεινε γνωστό σαν συμφωνία της Καζέρτας.
Το τόλμημα ήταν τόσο μεγάλο, που ούτε ο ίδιος ο Παπανδρέου δεν πίστευε στην επιτυχία του, αλλά επένδυσε σε αυτό όπως ο πνιγμένος πιάνεται από τα μαλλιά του. Ο Ζέρβας φυσικά το υπέγραψε και με τα δύο χέρια, αλλά το θέμα είναι τι θα κάνει ο ΕΛΑΣ. Ο Σαράφης δίσταζε. Το υπέγραψε τελικά, όπως ο ίδιος λέει,6 μόνο όταν συμφώνησαν οι υπουργοί του ΚΚΕ στην εξόριστη κυβέρνηση και μετά από τηλεφωνική επικοινωνία με την Αθήνα. Η συμφωνία της Καζέρτας υπογράφτηκε τελικά στις 26 Σεπτέμβρη του 44. Ο Ζεύγος, υπουργός του ΚΚΕ στην κυβέρνηση Παπανδρέου, αργότερα θα κάνει μια πολύ προφητική αυτοκριτική: “Θα μας καταδικάσει η ιστορία ότι αφοπλίσαμε το λαό και επιβάλαμε την αντίδραση”.7
Τα αποτελέσματα της συμφωνίας
Το ότι ο Ζεύγος και ο Σαράφης υπέγραψαν τη συμφωνία στην Καζέρτα, δεν σημαίνει ότι αυτή θα εφαρμοστεί και στην Ελλάδα. Πρέπει να συμφωνήσει αρχικά η ηγεσία του ΚΚΕ και με τη σειρά της να πείσει τον οπλισμένο λαό, ότι όχι μόνο δεν θα πάρουν οι εργαζόμενοι την εξουσία, αλλά θα πρέπει να παραδώσουν και τα όπλα τους στους άγγλους! Για το πρώτο χρειάστηκαν μόνο δύο μέρες, και στις 28/9 δημοσιεύεται επίσημα ότι υπογράφτηκε συμφωνία στην Καζέρτα σε ανακοίνωση στο BBC. Είναι φανερό πως η προδοσία της Καζέρτας δεν βαραίνει μόνο τον Ζεύγο ή τον Σαράφη αλλά συνολικά την ηγεσία του ΚΚΕ που την δέχτηκε χωρίς καμιά αντίρρηση. Για το δεύτερο, να πείσει δηλαδή η ηγεσία του ΚΚΕ τον οπλισμένο λαό να δεχτεί τη συμφωνία, τα ανέλαβε όλα ο μηχανισμός του κόμματος. Το ΚΚΕ δεν ανακοίνωσε τους όρους της συνολικά, παρά μόνο αποσπασματικά, σαν στρατιωτικές οδηγίες προς τις διάφορες μονάδες, ώστε να αποκρύψει το μέγεθος της προδοσίας και να προλάβει αντιδράσεις.
Τα αποτελέσματα της συμφωνίας φάνηκαν αμέσως. Αμέσως μόλις το ΒΒC ανακοίνωσε τη συμφωνία, ο Κανελόπουλος συναντά τον Άρη έξω από την Τρίπολη και απαιτεί από αυτόν να μην ακουμπήσει τους ράλληδες του Παπαδόγκωνα που είναι μέσα στην πόλη. Λίγο αργότερα, οι 2000 ταγματασφαλίτες παραδίνονται σε 30 βρετανούς που έφτασαν εσπευσμένα από τα Κύθηρα. Τελικά χρειάστηκαν μόνο 30 βρετανοί και το χαρτί της Καζέρτας. Οι πιο πολλοί ράλληδες θα αφεθούν ελεύθεροι για “να επιστρέψουν στα σπίτια τους” και περίπου 500 θα μεταφερθούν στις Σπέτσες, και στη συνέχεια στην Αθήνα για να πολεμήσουν (με αγγλικά όπλα αυτή τη φορά) τον ΕΛΑΣ στα Δεκεμβριανά. Την μεθεπόμενη μέρα παραδίνονται στους Βρετανούς και οι ταγματασφαλίτες στην Πάτρα και μεταφέρονται στον Άραξο. Η παράδοση στην Πάτρα αποτελεί σκάνδαλο. Μια μικρή δύναμη βρετανών έχει αποβιβαστεί κοντά στην Πάτρα λίγες μέρες νωρίτερα. Την 1η Οκτώβρη οι ράλληδες αποχωρούν από την πόλη για να τους συναντήσουν και να παραδοθούν, αλλά αυτή τη φορά έχουν συμφωνήσει ότι θα κρατήσουν και τον οπλισμό τους! Και επιπλέον, οι γερμανοί δεν είχαν αναχωρήσει ακόμη από την πόλη, αλλά εκκενώνουν την Πάτρα δύο μέρες αργότερα! Ο συμβολισμός είναι έντονος. Βρετανοί, γερμανοί και ταγματασφαλίτες μέσα σε μια μέρα αλλάζουν ρόλους χωρίς να πέσει ούτε μια σφαίρα, αρκεί ο ΕΛΑΣ να μείνει απ’ έξω. Κάποιες σκόρπιες, μικρές φρουρές ράλληδων “παραδίνονται” τώρα εύκολα στους άγγλους, με μόνη εξαίρεση αυτούς στο Γύθειο, που θα αναγκαστούν να παραδοθούν μετά από συμπλοκή με μονάδες του ΕΛΑΣ. Τις επόμενες μέρες, έρχεται και η εντολή στον Άρη να αναχωρήσει από την Πελοπόννησο για την βόρειο Ελλάδα. Όπως και η Τρίπολη, και η Πάτρα, έτσι και η αποχώρηση του Άρη ήταν στα πλαίσια της νέας συμφωνίας.
Η αγανάχτηση για την συμφωνία ήταν μεγάλη, αλλά δεν υπήρξε οργανωμένη αντίσταση από το εσωτερικό του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ στις μεθοδεύσεις της ηγεσίας του ΚΚΕ. Με μόνο μία εξαίρεση. Στην περιοχή της Φλώρινας, ένα τάγμα από τα δύο τάγματα σλαβομακεδόνων του ΕΛΑΣ με αρχηγό τον Γκότσε αγανακτεί και δηλώνει πως δεν θα πειθαρχήσει. Στις διαταγές να συνετιστεί, αρνείται, και δηλώνει ότι αποχωρεί από την Ελλάδα και θα περάσει τα γιουγκοσλαβικά σύνορα για να ενωθεί με τους αντάρτες του Τίτο. Σε συνεργασία με την κυβέρνηση Παπανδρέου, το ΚΚΕ αποφασίζει να πατάξει την ανταρσία. Ο Σαράφης διατάσσεται να επιτεθεί και τελικά επιβάλει με τα όπλα στους αντάρτες του Γκότσε τη συμφωνία της Καζέρτας. Ακόμα και σήμερα το ΚΚΕ δικαιολογεί την απόφασή του να επιτεθεί στο σλαβομακεδόνικο τάγμα αφήνοντας υπόνοιες για συνεργασία του με τους… άγγλους. 6,9 Στις 12 Οκτώβρη αποχωρούν και οι τελευταίοι γερμανοί από την Αθήνα. Στη θέση τους αποβιβάζονται βρετανικά στρατεύματα. Οι ράλληδες που γλίτωσαν, μεταφέρονται με ταχύτητα στην Αθήνα. Εκεί θα “φρουρούνται” υποτίθεται από τους βρετανούς, ουσιαστικά όμως προστατεύονται για να μπουν στην μάχη όταν έρθει η ώρα. Η συμφωνία της Καζέρτας έκλεισε με τον πιο άθλιο τρόπο την πρώτη πράξη του εμφυλίου, αλλά και τη μάχη της Πελοποννήσου. Από εδώ και μετά η σύγκρουση μεταφέρεται στην Αθήνα.
Κ.Ρουσίτης

Σημειώσεις
1. Άρης Βελουχιώτης, Π. Λαγδας
2. Οι δοσίλογοι της Κατοχής, Ν. Καρκάνης
3. Οι Καπετάνιοι, D. Eudes
4. Γερμανικές Επιχειρήσεις κατά των ανταρτών στα Βαλκάνια, Υπουργείο Στρατιωτικών των ΗΠΑ, μτφρ. Γ. Τσούμης
5. Τραγική Πορεία, Θ. Πετζόπουλος
6. Ο ΕΛΑΣ, Στ. Σαράφη
7. Άρης, ο αρχηγός των ατάκτων, Δ. Χαριτόπουλος
8. Η απελευθέρωση της Πελοποννήσου, l. Baerentzen
9. Το 30ο σύνταγμα του ΕΛΑΣ, Θ. Μητσόπουλος
Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην εφημερίδα Εργατική Εξουσία Νο 77, Σεπτέμβρης 2004

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου