Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Ο Χριστιανισμός αντιβαίνει πλήρως στο δόγμα του ναζισμού


  Το κίνημα του αναθεωρητισμού στην ιστορία, που αμφισβητούσε το εύρος των ναζιστικών εγκλημάτων και τη σημασία του αντιφασιστικού πολέμου, άνοιξε διάπλατα τις πύλες στη ναζιστική ακροδεξιά, τονίζει στο β‘ μέρος της συνέντευξής του στη «Χαραυγή» ο καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και επικεφαλής της Επιτροπής για αναμόρφωση των Αναλυτικών Προγραμμάτων στα σχολεία της Κύπρου, Γιώργος Τσιάκαλος
. Όπου εγκαταλείπεται ή, ακόμη χειρότερα, λοιδορείται και πολεμιέται η αντιφασιστική παράδοση, εκεί ευδοκιμούν οι ναζιστικές ιδέες, σημειώνει ο κ. Τσιάκαλος και εξηγεί γιατί ο Χριστιανισμός αντιβαίνει πλήρως στο βασικό δόγμα της ναζιστικής ακροδεξιάς. Καλεί παράλληλα τους ιεράρχες που διάκεινται φιλικά προς ακροδεξιά, φασιστικά κινήματα, να κάνουν τον κόπο να μπουν σε ένα προσωπικό διάλογο με την πίστη τους και τη συνείδησή τους. Σημειώνει επίσης ότι η Χρυσή Αυγή αποπειράθηκε να θέσει υπό την «προστασία» και την καθοδήγησή της την Εκκλησία, όπως ακριβώς είχε κάνει ο Χίτλερ ο οποίος οδήγησε πάρα πολλούς ιεράρχες όλων των δογμάτων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Συνέντευξη στον Σπύρο Σωτηρίου.
Ποιοι ευθύνονται για την άνοδο της Χρυσής Αυγής ή και για άλλα νεοφασιστικά, νεοναζιστικά κόμματα;

  Θα σας απαντήσω μόνον σε σχέση με την εμφάνιση της ναζιστικής έκφανσης της ακροδεξιάς που χαρακτηρίζει τη Χρυσή Αυγή, το NPD της Γερμανίας και τις «αδελφές» τους ομάδες στην Ευρώπη και στην Αμερική.

  Υπάρχει μια τάση να ερμηνεύεται η ξαφνική εκλογική άνοδος της Χρυσής Αυγής ως άμεση απόρροια της χειροτέρευσης των οικονομικών συνθηκών, της έκρηξης της ανεργίας, της εξαθλίωσης και άλλων παρόμοιων φαινομένων. Αναμφίβολα όλα αυτά παίζουν ένα σημαντικό ρόλο, αλλά λιγότερο ως αίτιο και περισσότερο ως καταλύτης. Θέλω να πω ότι δεν αποτελεί νομοτέλεια ότι ο άνεργος και ο οικονομικά εξαθλιωμένος γίνεται ναζιστής. «Κανονικά» θα έπρεπε να στραφεί ενάντια σε αυτούς που προκαλούν την ανεργία, σε αυτούς που τον οδηγούν στην εξαθλίωση, σε αυτούς που τον ταπεινώνουν και τον εξευτελίζουν, και όχι σε αυτούς που συμπάσχουν και συχνά υποφέρουν περισσότερο από τον ίδιο. Το γεγονός ότι δεν συμπεριφέρεται «κανονικά» σημαίνει ότι οι πληροφορίες που κατέχει και ο τρόπος σκέψης που διδάχτηκε να χρησιμοποιεί για να ερμηνεύει γεγονότα και να αντιπαλεύει δυσάρεστες καταστάσεις τον οδηγούν σε λανθασμένη κρίση. Γι’ αυτό προφανώς κάποιοι έχουν ευθύνες.

  Ασφαλώς η ναζιστική μαγιά «πιστώνεται» στους λεγόμενους «αμετανόητους» ναζιστές που δεν έπαψαν να υπάρχουν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης ακόμη και μετά τη συντριβή του Χίτλερ. Όμως τη ρατσιστική αντιμετώπιση των μεταναστών νομιμοποιούσαν έμμεσα και οι κυβερνήσεις που εμφάνιζαν αυτές τις ομάδες ως επικίνδυνες ή ως αίτιο των εκάστοτε οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων. Έτσι όταν αυτά τα προβλήματα έγιναν δυσβάστακτα για μεγάλο αριθμό ανθρώπων ανασύρθηκε η υποβόσκουσα ερμηνεία και η λύση των προβλημάτων αναζητήθηκε στο πλαίσιό της. Πριν από περίπου τρεις δεκαετίες είχα γράψει σε ένα άρθρο μου ότι ο ρατσισμός είναι η γέφυρα πάνω από την οποία περνούν ακόμη και οι δημοκρατικοί πολίτες για να φτάσουν στην ακροδεξιά, επειδή ο ρατσισμός διαμορφώνει «αυταρχικές προσωπικότητες», δηλαδή τον πυρήνα της ακροδεξιάς προσωπικότητας. Αυτό βιώνουμε σήμερα.

Κι αυτό αφορά την κοινωνία...

  Αυτά στο επίπεδο της κοινωνίας. Στο επίπεδο της επιστήμης και της πολιτικής έχει υπάρξει τις τελευταίες δύο δεκαετίες ένα γεγονός που άνοιξε τις πύλες στη ναζιστική ακροδεξιά -στην αρχή λίγο και αργότερα διάπλατα: ήταν το κίνημα του αναθεωρητισμού στην ιστορία, που αμφισβητούσε το εύρος των ναζιστικών εγκλημάτων και τη σημασία του αντιφασιστικού πολέμου, και με αυτόν τον τρόπο υπονόμευε την ηθική δύναμη που έφερε στην κοινωνία και στην πολιτική η αντιφασιστική νίκη στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμως ήταν ακριβώς η μνήμη της αντιφασιστικής νίκης αυτή που διαμόρφωνε την προσωπική και τη συλλογική δημοκρατική ευθύνη καλλιεργώντας αφενός το σεβασμό στα εκατομμύρια των θυμάτων του ναζισμού και του φασισμού και αφετέρου την αγάπη για τις επόμενες γενιές και τον πολιτισμό –αγάπη, που εκφραζόταν με το σύνθημα «ποτέ πια φασισμός». Τώρα πια γνωρίζουμε καλά ότι όπου εγκαταλείπεται ή, ακόμη χειρότερα, λοιδορείται και πολεμιέται η αντιφασιστική παράδοση, εκεί ευδοκιμούν οι ναζιστικές ιδέες.

  Επιτρέψτε μου όμως να μιλήσω πάλι για τη σχέση της εκπαίδευσης με τα θέματα αυτά. Την προηγούμενη Δευτέρα ρώτησα τους φοιτητές και τις φοιτήτριές μου στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης αν μπορούν να εξηγήσουν γιατί περισσότεροι από 15 μητροπολίτες στην Ελλάδα θεώρησαν αναγκαίο να τοποθετηθούν δημοσίως ενάντια στη Χρυσή Αυγή.

  Διαπίστωσα για άλλη μια φορά ότι, παρόλο που είχαν διδαχτεί Θρησκευτικά στο σχολείο 12 ολόκληρα χρόνια, ούτε ένα άτομο δεν γνώριζε ότι ήδη το 1872, στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως, η Ορθόδοξη Εκκλησία είχε καταδικάσει τον εθνοφυλετισμό (ρατσισμό) και τον εθνικισμό ως αίρεση. Γιατί άραγε τα παιδιά μας δεν διδάχτηκαν ποτέ αυτό το γεγονός, γιατί δεν έμαθαν από μόνα τους να καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα; Τα ίδια ερωτήματα τίθενται ξανά και ξανά για όλα τα μαθήματα από τα οποία θα μπορούσαν και θα έπρεπε να αντλήσουν γνώσεις ώστε να μην χειραγωγούνται από τους ναζιστές αγύρτες. Βλέπετε, λοιπόν, ότι πολλά παραλείψαμε να κάνουμε και δώσαμε πεδίο στους πολιτικούς απατεώνες.

Είπατε ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με το ρατσισμό και τον εθνικισμό; Όμως εμείς βλέπουμε ιεράρχες να διάκεινται φιλικά προς αυτά τα κινήματα.

  Αν υπάρχουν τέτοιοι ιεράρχες, και προφανώς υπάρχουν, ας κάνουν τον κόπο να μπουν σε ένα προσωπικό διάλογο με την πίστη τους και τη συνείδησή τους. Όμως για την Ορθόδοξη Εκκλησία η αντίθεση με το ρατσισμό και τον εθνικισμό δεν είναι κάτι το νέο, αριθμεί 140 χρόνια ζωής. Η Χρυσή Αυγή αποπειράθηκε να θέσει υπό την «προστασία» και την καθοδήγησή της την Εκκλησία, όπως ακριβώς είχε κάνει ο Χίτλερ ο οποίος οδήγησε πάρα πολλούς ιεράρχες όλων των δογμάτων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στο εκτελεστικό απόσπασμα. Σ’ αυτό αντέδρασαν πολλοί μητροπολίτες στην Ελλάδα εξηγώντας ότι δεν είναι δυνατόν να είναι κανείς Χριστιανός και ταυτόχρονα οπαδός της Χρυσής Αυγής ή συγγενών οργανώσεων.
  Μην σας ξαφνιάζει η αντιπαράθεση αυτή. Για τους ιδεολογικούς καθοδηγητές των ναζιστικών οργανώσεων της Ευρώπης ισχύει ότι ο πόλεμος κατά του Χριστιανισμού είναι απαραίτητος εξαιτίας του γεγονότος ότι ο Χριστιανισμός υποστηρίζει την ισότητα των ανθρώπων κάτι που αντιβαίνει πλήρως στο βασικό δόγμα της ναζιστικής ακροδεξιάς. Είναι χαρακτηριστική η διατύπωση ενός εκ των βασικών θεωρητικών τους, του Pierre Krebs από τη ναζιστική δεξαμενή σκέψης «Σεμινάριο της Θούλης», ότι «ο Χριστιανισμός είναι ο μπολσεβικισμός της Αρχαιότητας». Αυτή είναι η άποψή τους την οποία προσπαθούν επιμελώς να αποκρύψουν.

Τα τελευταία χρόνια ζείτε μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας. Η Κύπρος είναι σε καλύτερη κατάσταση; Υπάρχει πιο ορθή αντίληψη από τους Κυπρίους για τους μετανάστες;

  Ελλάδα και Κύπρος αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία στα καλά και, κυρίως, στα άσχημα! Θα πρέπει να προσέξουμε πολύ γιατί εξελίξεις όπως αυτές στην Ελλάδα, μπορεί να έχουν στην Κύπρο πολύ περισσότερες αρνητικές επιπτώσεις, καθώς είναι πολλοί αυτοί που θα είχαν ενδιαφέρον και συμφέρον να δουν να απαξιώνεται στο διεθνές στερέωμα η Δημοκρατία της Κύπρου και οι δημοκρατικοί θεσμοί της. Όμως δεν θέλω να αποφύγω την ερώτησή σας. Γνωρίζω πάρα πολλούς στην Κύπρο που αντιλαμβάνονται πόσο δύσκολο και περίπλοκο θέμα είναι η μετανάστευση και στο πλαίσιο αυτό αναλαμβάνουν τις δικές τους ευθύνες ως δημοκρατικοί πολίτες. Συζητώ συχνά και με ανθρώπους που ανησυχούν και θεωρούν ότι η Πολιτεία δεν χειρίζεται καλά τα θέματα της μετανάστευσης. Είμαι της άποψης ότι στον τομέα αυτό οι αναγκαίες διαβουλεύσεις είχαν συχνά τη μορφή παράλληλων μονολόγων και ότι ο ορθός λόγος συχνά επισκιάστηκε από την άγνοια. Πάντως, θεωρώ ότι υπάρχει πεδίο συνεννόησης και συναίνεσης -πάντοτε στα πλαίσια των διεθνών και των ιστορικών υποχρεώσεων της χώρας- και πρέπει να χρησιμοποιηθεί.

Στην Κύπρο γίνεται πολύς λόγος από γονείς και εκπαιδευτικούς ότι σε σχολεία όπου υπάρχουν πολλοί αλλόγλωσσοι μαθητές το επίπεδο εκπαίδευσης είναι χαμηλό κυρίως λόγω της προσπάθειας των δασκάλων στην τάξη να εντάξουν αυτά τα παιδιά στην εκπαιδευτική διαδικασία. Είναι δικαιολογημένη αυτή η άποψη;

  Πρέπει να παίρνουμε σοβαρά υπόψη μας τις ανησυχίες των γονέων και το άγχος των εκπαιδευτικών. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε την τεχνογνωσία για να κάνουμε τη συμβίωση παιδιών με διαφορετικές μητρικές γλώσσες να είναι πηγή επιτυχίας για όλα τα παιδιά. Συχνά η τεχνογνωσία αυτή είναι άγνωστη στους εκπαιδευτικούς ή δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί επειδή από τους ιθύνοντες δεν δημιουργείται το απαραίτητο πλαίσιο λειτουργίας. Με τα νέα αναλυτικά προγράμματα και τις νέες μεθόδους διδασκαλίας έχουμε δημιουργήσει το κατάλληλο πλαίσιο έτσι ώστε οι μητρικές γλώσσες των αλλόγλωσσων παιδιών να μην αποτελούν εμπόδιο στη σχολική επιτυχία για κανένα παιδί.

Πρέπει όμως να πάρουμε και μια σειρά πρόσθετων μέτρων, όπως είναι εντατικά μαθήματα γλώσσας όταν τα αλλόγλωσσα παιδιά έρχονται στην Κύπρο, υποχρεωτικά μαθήματα γλώσσας το απόγευμα, παράλληλη καλλιέργεια της μητρικής τους γλώσσας (καθώς γνωρίζουμε ότι αυτό συμβάλλει θετικά στην εκμάθηση της νέας τους γλώσσας), επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στις κατάλληλες μεθόδους διδασκαλίας και μάθησης. Η πρόσφατη έκθεση της Ομάδας Ειδικών Υψηλού Επιπέδου για τον Γραμματισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης παρέχει σχετικές πληροφορίες και οδηγίες, που αν ληφθούν σοβαρά υπόψη μπορούμε όχι μόνο να αντιμετωπίσουμε τα οποιαδήποτε προβλήματα, αλλά και να τα μετατρέψουμε σε πηγή επιτυχίας.

Ξεχωριστά τμήματα αλλόγλωσσων, αυτόματη ένταξη σε μικτά τμήματα ή κάτι ενδιάμεσο; Τι προτείνετε εσείς; 

Η απάντηση έχει δοθεί από όλες τις έρευνες: τα παιδιά πρέπει να μορφώνονται στην ίδια τάξη με αναλυτικά προγράμματα, μεθόδους διδασκαλίας και οργάνωση σχολείου που προσιδιάζουν στον 21ο αιώνα και στις απαιτήσεις του. Το δημοκρατικό και ανθρώπινο σχολείο αποφέρει υψηλότερη επιτυχία για όλα τα παιδιά, και γι’ αυτά που φαίνονται να έχουν δυσκολίες και για εκείνα που χαρακτηρίζονται «ταλαντούχα». Συνεπώς, η δημιουργία ξεχωριστών τμημάτων πρέπει να αποκλειστεί, αλλά και ο τρόπος προετοιμασίας και ενίσχυσης των αλλόγλωσσων παιδιών πρέπει να μεταρρυθμιστεί.

Γ.Τσιάκαλος

πηγή : tvxs.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου