Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

To ελληνικό Μακεδονικό Ζήτημα (1ο μέρος)

           

Το Μακεδονικό Ζήτημα είναι εξαιρετικά περίπλοκο για να μπορέσει να περιγραφεί επαρκώς σε λίγες χιλιάδες λέξεις. Ωστόσο, το παρόν άρθρο αποτελεί μια εισαγωγική προσπάθεια στο πρόβλημα, με στραμμένο το ενδιαφέρον στην ελληνική διάσταση του Ζητήματος, ξεκινώντας την αναζήτηση σε ένα «χώρο» όπου, αρκετές φορές, έχουν αποσιωπηθεί οι δυσάρεστες πλευρές της ιστορικής πραγματικότητας.

Η Μακεδονία είναι η γεωγραφική και ιστορική περιοχή της βαλκανικής χερσονήσου στην νοτιοανατολική Ευρώπη.

Τα σύγχρονα γεωγραφικά της όρια τέθηκαν σε χαρτογραφική βάση προς το τέλος του 19ου αιώνα κατά την τελική πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Χονδρικά, τα λεγόμενα όρια της Μακεδονίας είναι βόρεια μέχρι την πόλη των Σκοπίων, ανατολικά την οροσειρά της Ροδόπης και την κοιλάδα του Νέστου, νότια την κοιλάδα των Τεμπών, και δυτικά τον ορεινό όγκο της Πίνδου. Η περιοχή μοιράζεται ανάμεσα στην Ελλάδα, την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, την Βουλγαρία, την Αλβανία και τη Σερβία. Το ελληνικό κομμάτι ή διαμέρισμα της Μακεδονίας αναφέρεται και ως «ελληνική Μακεδονία» ή «Μακεδονία του Αιγαίου», η πΓΔΜ ως «Μακεδονία του Βαρδάρη» και το βουλγαρικό κομμάτι ως «Μακεδονία του Πίριν» και ως περιοχή του Μπλαγκόεβγκραντ.

Το Μακεδονικό Ζήτημα εμφανίζεται σε γενικές γραμμές μαζί με την «άφιξη» του εθνικισμού στα Βαλκάνια.

Αν θελήσουμε να προσδιορίσουμε συγκεκριμένα τον ελληνικό εθνικισμό, παρατηρούμε ότι τα μέλη του ελληνικού έθνους θεωρούνται Έλληνες επειδή είναι «Έλληνες το γένος» ή επειδή «ελληνικό αίμα» κυλά στις φλέβες τους. Όμως για να θεωρούνται πλήρη μέλη του ελληνικού έθνους, πρέπει, επίσης, να αποδεικνύουν τη νομιμοφροσύνη τους προς το ελληνικό κράτος, με το οποίο ταυτίζεται το ελληνικό έθνος. Πρέπει να είναι «ελληνόψυχοι» ή «εθνικόφρονες».

Μία σοβαρή συνέπεια της εθνικιστικής ταύτισης του ελληνικού έθνους με το ελληνικό κράτος είναι πως όσοι δεν θεωρούνται πλήρη μέλη του ελληνικού έθνους δεν θεωρούνται πλήρως και πολίτες του ελληνικού κράτους.

Εθνοτική δομή

Από το 1767 (κατάργηση του σερβικού Πατριαρχείου του Ιπεκίου και της βουλγαρικής Αρχιεπισκοπής της Αχρίδας) το σύνολο της Μακεδονίας αφήνεται ουσιαστικά στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Το γεγονός αυτό σήμαινε ελληνική ή ελληνόφωνη παιδεία στα σχολεία, λειτουργία στα ελληνικά στις εκκλησίες και ελληνόφωνοι ιεράρχες σε όλα τα εκκλησιαστικά αξιώματα.

Είναι αλήθεια ότι η γλώσσα δεν είχε μεγάλη σημασία στη διάρκεια της προ-εθνικής περιόδου. Το πρωταρχικό στοιχείο ήταν οι θρησκευτικές πεποιθήσεις. Έτσι, και ο σλαβόφωνος αγρότης δεν θεωρούσε τον εαυτού του Σέρβο ή Βούλγαρο, επειδή μιλούσε μια σλαβογενή γλώσσα, Αντίθετα, ταύτιζε τον εαυτό του με το χωριό του.

Η κατάσταση αυτή μεταβλήθηκε ριζικά, όταν η έννοια του εθνικισμού έφτασε από τη Δύση στα Βαλκάνια και τα νεοσύστατα βαλκανικά κράτη-έθνη άρχισαν να εποφθαλμιούν τη Μακεδονία. Οι περισσότερες περιγραφές που έχουμε για την «εθνοτική» δομή του μακεδονικού πληθυσμού εκείνη την περίοδο συμφωνούν πως οι κυριότερες ομάδες που ζούσαν εκεί ήταν οι σλαβόφωνοι χριστιανοί, οι ελληνόφωνοι χριστιανοί, οι τουρκόφωνοι μουσουλμάνοι, οι αλβανόφωνοι μουσουλμάνοι, οι Βλάχοι, οι Εβραίοι και οι Ρομ.

Ωστόσο, αυτές οι περιγραφές διαφέρουν σημαντικά στο ποσοστό που δίνουν σε καθεμιά από τις παραπάνω ομάδες, στα κριτήρια που χρησιμοποιούν για να τις προσδιορίσουν καθώς και στους όρους με τους οποίους τις υποδηλώνουν.[1]

Στις αρχές του 20ου αιώνα οι περισσότεροι κάτοικοι της Μακεδονίας ήταν αγράμματοι χωρικοί που δεν είχαν καμιά καθαρά ανεπτυγμένη αίσθηση εθνικής ταυτότητας. Η εθνική ταυτότητα ήταν κάτι που τους επιβαλλόταν από τα έξω, εξαιτίας των ανταγωνιστικών εκστρατειών της Σερβίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας. Κάθε έκφραση εθνικής ταυτότητας που συναντιόταν στους σλαβόφωνους χωρικούς ήταν καθαρά επιφανειακή και όφειλε την ύπαρξή της στη θρησκευτική ή στην εκπαιδευτική προπαγάνδα ή ακόμα και στην τρομοκρατία.

Το ζήτημα γινόταν πιο περίπλοκο στην περίπτωση των σλαβόφωνων πατριαρχικών, τους οποίους διεκδικούσαν και οι δύο πλευρές, οι Βούλγαροι με βάση τη γλώσσα τους και οι Έλληνες με βάση τη θρησκευτική πρόσδεσή τους. Το κομμάτι της Μακεδονίας που περιέβαλλε τα σημερινά βόρεια σύνορα της ελληνικής Μακεδονίας και για το οποίο ανταγωνίζονταν σκληρά η Ελλάδα και η Βουλγαρία, κατοικούταν κυρίως από σλαβόφωνους.[2]

Κατά τη μεσοπολεμική περίοδο οι σημαντικές εθνοτικές κατηγορίες γύρω από τις οποίες οργανωνόταν η κοινωνική και οικονομική ζωή στην ύπαιθρο της βόρειας Ελλάδας ονομάζονταν συνήθως ράτσες ή φυλές. Τα μέλη της μεγαλύτερης από αυτές τις ομάδες ήταν γνωστά ως «ντόπιοι» ή «ντόπιοι Μακεδόνες». Αυτή η ομάδα αποτελούταν κυρίως από σλαβόφωνους στα βόρεια της ελληνικής Μακεδονίας και από ελληνόφωνους στα νότια μέρη της. Επιπλέον υπήρχαν οι πρόσφυγες που ήρθαν από τη Μ. Ασία και τη Θράκη μετά το 1922, κατά τις ανταλλαγές πληθυσμών, οι Βλάχοι, οι Αρβανίτες, οι Νοτιοελλαδίτες, οι Ρομ και οι Εβραίοι.[3]

Ίλιντεν και Μακεδονικός Αγώνας

Το 1893 μερικοί νέοι που κατάγονταν από τη Μακεδονία και είχαν σπουδάσει είτε σε βουλγαρικά σχολεία της Μακεδονίας είτε στη Σόφια, ίδρυσαν στη Θεσσαλονίκη μια μυστική οργάνωση, η οποία αργότερα ονομάστηκε και καθιερώθηκε ως η Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση. Στόχοι αυτής της οργάνωσης ήταν η αυτονόμηση της Μακεδονίας από την οθωμανική κυριαρχία και η προώθηση του Βουλγαρισμού στο χώρο αυτό έτσι ώστε, αν άλλαζαν αργότερα οι συνθήκες, να ήταν εφικτή η ένωση με τη Βουλγαρία.

Όμως η προσέγγιση της Βουλγαρίας με τη Σερβία το 1902 προκάλεσε την αντίδραση της Ε.Μ.Ε.Ο. Έτσι προχώρησαν σε αλλαγή του καταστατικού, πλέον μέλος της μπορούσε να γίνει «κάθε Μακεδόνας και Ανδριανουπολίτης». Σκοπός της Οργάνωσης παρέμεινε η διεκδίκηση πλήρους πολιτικής αυτονομίας και για την επίτευξή της θα προετοιμαζόταν επανάσταση.[4]

Το 1895 ιδρύεται η Βερχόβεν Κομιτέτ (αλλιώς Εξωτερική Οργάνωση ή Ανώτατο Μακεδονικό Κομιτάτο) από οργανώσεις και επιτροπές μεταναστών (μακεδονικές αδελφότητες) που στα μέλη τους συγκαταλέγονταν τα πλέον ικανά στελέχη του βουλγαρικού κράτους και μάλιστα του στρατού. Αν και αρχικά οι Βερχοβιστές επιθυμούσαν την προσάρτηση της Μακεδονίας στη Βουλγαρία, μεσοπρόθεσμα τάχθηκαν υπέρ της αυτονομίας της Μακεδονίας.

Τον Οκτώβριο του 1902 ξεσπά εξέγερση που οργανώθηκε από τους Βερχοβιστές στην Άνω Τζουμάγια, αλλά γρήγορα καταπνίγηκε από τους Τούρκους. Μετά από αλλεπάλληλες συνεδριάσεις η Ε.Μ.Ε.Ο. πραγματοποίησε τη δική της εξέγερση το καλοκαίρι του 1903 με την παράλληλη συμμετοχή και των βερχοβιστικών ομάδων.[5]

Αποκορύφωμα της εξέγερσης στο Ίλιντεν ήταν η ίδρυση της Δημοκρατίας του Κρούσεβο, στη πόλη Κρούσεβο της κεντρικής Μακεδονίας. Όμως η Δημοκρατία του Κρούσεβο ήταν βραχύβια. Δέκα μέρες μετά την απελευθέρωση του, το Κρούσεβο έπεσε ξανά στα χέρια των Τούρκων.[6]

Η επανάσταση του Ίλιντεν πνίγηκε στο αίμα. Πατριαρχικός κλήρος και πληροφοριοδότες της ελληνικής κυβέρνησης τέθηκαν στην υπηρεσία του οθωμανικού στρατού. Πυρπολήσεις χωριών, φόνοι άμαχων γυναικόπαιδων ήταν η απάντηση του οθωμανικού κράτους. Οι επιθέσεις προς μη πατριαρχικών σλαβόφωνους αγρότες και βλάχους βοσκούς και το κάψιμο των χωριών τους από τους έλληνες κομιτατζήδες θα κρατήσει από την έξοδο του Παύλου Μελά το φθινόπωρο του 1904 μέχρι το καλοκαίρι του 1908 και την επανάσταση των Νεότουρκων.[7]

Το Ίλιντεν θα εξαναγκάσει την ελληνική κυβέρνηση να συρθεί στο λεγόμενο μακεδονικό αγώνα (1904-1908). Στέλνοντας αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και οπλίτες του ελληνικού στρατού να συγκροτήσουν στα μακεδονικά βουνά αντάρτικες ομάδες, στρατολογώντας αμφιλεγόμενα άτομα και γνωστούς ληστές, θα επιδιώξει για τέσσερα χρόνια να ανακόψει τη μαζική προσχώρηση των «σλάβων» χωρικών στις επαναστατικές οργανώσεις και στην Εξαρχία.

Μετά τους Βαλκανικούς

Οι βαλκανικοί πόλεμοι, που θα τελειώσουν με ήττα όχι μόνο των Οθωμανών αλλά και των Βούλγαρων, θα προσφέρουν στην Ελλάδα και τη Σερβία το μεγαλύτερο μέρος των μακεδονικών εδαφών. Οι ελπίδες της Βουλγαρίας για επέκταση στη Μακεδονία θα την ωθήσουν να βγει στον πρώτο παγκόσμιο.

Συνεχίζεται.

[1] Σταυριανός, Λ, Σ, Τα Βαλκάνια από το 1453 και μετά, Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 2007, σ. 968-969.

[2] Danforth, Loring, Η Μακεδονική Διαμάχη: Ο εθνικισμός σε έναν υπερεθνικό κόσμο, Αθήνα, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 1999, σ. 67-68.

[3]Στο ίδιο, σ. 78.

[4] Γούναρης, Βασίλης κ.α., Ταυτότητες στη Μακεδονία, Αθήνα, εκδόσεις Παπαζήσης, 1997, σ. 66-68.

[5]Στο ίδιο, σ. 68.

[6] Danforth, Loring, Η Μακεδονική Διαμάχη: Ο εθνικισμός σε έναν υπερεθνικό κόσμο, Αθήνα, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 1999, σ. 59.

[7] Λιθοξόου, Δημήτρης, «Η επανάσταση του Ίλιντεν», lithoksou.net, <lithoksou.net/ilinden.html>.

Της Κατρίν Αλαμάνου

πηγή : tvxs.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου